ΚρήτηΤοπικές Ειδήσεις

Υδρογονάνθρακες στην Αν. Μεσογείο: Η παρουσία της Chevron αναβαθμίζει την Ελλάδα

Ο ενεργειακός χάρτης της περιοχής μας αλλάζει και η σύνδεση κολοσσών με τη χώρα μας προσφέρει «ψήφο εμπιστοσύνης»

Η έλευση της Chevron στην Ελλάδα συνιστά αναμφισβήτητα μία μεγάλη ψήφο εμπιστοσύνης στο γεωπολιτικό και ενεργειακό δυναμικό της χώρας και τούτο διότι η δραστηριοποίηση των δύο μεγαλύτερων αμερικανικών ενεργειακών κολοσσών, της ExxonMobil και της Chevron, σε ελληνικές παραχωρημένες περιοχές, επιβεβαιώνει ότι η χώρα αποκτά στρατηγική θέση στον ενεργειακό χάρτη της Ανατολικής Μεσογείου αφενός, και αφετέρου αποδεικνύει, με βάση το δόγμα του Αμερικανού προέδρου περί «drill baby drill», καθώς και την ευρύτερη επενδυτική στροφή του προς την Ανατολική Μεσόγειο, πως η Ελλάδα έχει αναβαθμίσει τις εταιρικές και ενεργειακές τις σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες. 

Μάλιστα, οι εκτιμήσεις της ΕΔΕΥΕΠ για πιθανά αποθέματα 680 δισ. κυβικών μέτρων φυσικού αερίου στα blocks Δυτικά και Νοτιοδυτικά της Κρήτης αποδεικνύουν ότι η Ελλάδα μπορεί, αν όλα εξελιχθούν θετικά, να καλύψει την εγχώρια κατανάλωση και να καταστεί εξαγωγέας φυσικού αερίου, δεδομένα τα οποία επιβεβαίωσε με πρόσφατες δηλώσεις του και ο Έλληνας πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος στην κυριακάτικη ανάρτησή του στις 9 Μαρτίου είχε τονίσει πως «μιλάμε για τον εντοπισμό αξιόλογων κοιτασμάτων φυσικού αερίου, το οποίο αποτελεί το μεταβατικό καύσιμο για την ενεργειακή μετάβαση, πεδίο όπου η Ελλάδα πρωτοπορεί. Τα ακριβή όρια των θαλάσσιων περιοχών, για τις οποίες παραχωρείται το εν λόγω δικαίωμα έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων, έχουν ήδη περιγραφεί με υπουργική απόφαση».

Επομένως, διαπιστώνεται ότι η παρουσία της Chevron, σε συνδυασμό με την ήδη υπάρχουσα παρουσία της ExxonMobil, απεικονίζουν την ενσωμάτωση της χώρας στον ενεργειακό πυλώνα της Ανατολικής Μεσογείου, αναβαθμίζοντας ταυτόχρονα την ευρωπαϊκή ενεργειακή ασφάλεια και ενισχύοντας τη γεωπολιτική θέση της χώρας έναντι γειτονικών ανταγωνιστών της και ειδικότερα της Τουρκίας. 

Η Noble Energy και το κληροδότημα στη Chevron 

Παρ’ όλα αυτά, το εν λόγω ενδιαφέρον των αμερικανικών εταιρειών πυροδότησε ένα ευρύτερο κύκλο έρευνας ως προς τον προσδιορισμό των ενεργειών της Chevron και της ευρύτερης παρουσίας της στην Ανατολική Μεσόγειο, η οποία είναι διττή και έχει αφενός την ιδιότητα να εντυπωσιάσει και αφετέρου να προβληματίσει. 

Η στρατηγική θέση που κατέχει σήμερα η Chevron στην Ανατολική Μεσόγειο δε διαμορφώθηκε εκ του μηδενός, αλλά συγκροτεί αποτέλεσμα της εξαγοράς της Noble Energy το 2020, όπου η Chevron κληρονόμησε σημαντικές συμμετοχές στα μεγάλα κοιτάσματα της περιοχής, όπως το “Λεβιάθαν” και το “Ταμάρ” στο Ισραήλ, καθώς και το κοίτασμα “Αφροδίτη” στην κυπριακή ΑΟΖ. Παρ’ όλα αυτά, οι “κληρονομιές” δεν περιορίζονται εδώ. 

Όπως διαφαίνεται, η Noble Energy δεν είχε περιοριστεί μόνο σε οικονομικές δραστηριότητες στην περιοχή, αλλά είχε εμπλακεί ενεργά σε πολιτικά και γεωστρατηγικά ζητήματα, διατηρώντας διαύλους επικοινωνίας με την τουρκική TPAO. Μάλιστα, υπήρξαν αναφορές για ανεπίσημες διαβουλεύσεις, ώστε να επιτραπεί μελλοντικά η διοχέτευση φυσικού αερίου μέσω Τουρκίας, γεγονός που είχε προκαλέσει έντονες αντιδράσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο, ενώ στο στόχαστρο είχε τεθεί και ο EastMed – η ακύρωση του οποίου έγινε το 2022 από τον Μπάιντεν, και η οποία συνέβη μετά από έντονες πιέσεις που άσκησε παρασκηνιακά η Noble, η οποία συγχωνεύτηκε το 2020 με τη Chevron. 

Μάλιστα, τότε είχε δημοσιοποιηθεί ενεργά και η ανάμειξη του Άμος Χόκσταϊν, του αρχιτέκτονα του χάρτη “Biden Plan” για την περιοχή, αλλά και του υπεύθυνου ακύρωσης του EastMed, ο οποίος δεν αποκλείεται να ασκούσε πιέσεις παρασκηνιακά μέσω της Noble και έναντι του East Med, που εντέλει οδήγησαν τον Ιανουάριο του 2022 στην “non-paper” και “ιστορική” ενημέρωση από την κυβέρνηση Μπάιντεν, ότι δεν υποστηρίζει πλέον τον EastMed, παρά το γεγονός ότι η συμφωνία γι’ αυτό το έργο υπογράφηκε τον Ιανουάριο του 2020 από τις κυβερνήσεις του Ισραήλ, της Ελλάδας και της Κύπρου, και υποστηρίχθηκε ακόμα και από την πρώτη διακυβέρνηση του Τραμπ.

Εξάλλου, ο αμφίσημος ρόλος του Άμος Χόκσταϊν, ως προς την εξυπηρέτηση των δομικών συμφερόντων του επί της περιοχής, αμφισβητούταν διαρκώς εκείνη την περίοδο από εξωτερικούς και εσωτερικούς αμερικανικούς παράγοντες, όπως είχε αποκαλύψει το 2023 ο Michael Rubin, ανώτερος συνεργάτης στο American Enterprise Institute και πρώην αξιωματούχος του Πενταγώνου, στην “Καθημερινή”. 

Με την απορρόφηση της Noble, λοιπόν, η Chevron βρέθηκε να έχει κληρονομήσει όχι μόνο οικονομικές συμβάσεις, αλλά και στρατηγικές “παρακαταθήκες” σχέσεων, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε δίκτυα και δεδομένα της τουρκικής TPAO, με ό,τι αυτό μπορεί να περιλαμβάνει. 

Να υπενθυμίσουμε ότι η TPAO, υπό την καθοδήγηση της τουρκικής κυβέρνησης, έχει επιδοθεί σε μία έντονη πολιτική έρευνας και εξόρυξης υδρογονανθράκων σε περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου, συμπεριλαμβανομένων περιοχών που ανήκουν στην κυπριακή ΑΟΖ. 
Και εδώ τοποθετείται και ο πρώτος προβληματισμός: Η ανάμειξη της Chevron σε δεδομένα και συμβάσεις που αφορούν την TPAO ενδέχεται να δημιουργήσει νέες εστίες αστάθειας, ιδίως αν οι αμερικανικές εταιρείες επιδιώξουν να συνεργαστούν με τουρκικές Αρχές για διευκόλυνση των επενδύσεών τους στην περιοχή, όπως έχει επιδώσει το “πράσινο φως” το δόγμα “drill baby drill” του προέδρου Τραμπ και ειδικότερα όταν πρόσφατα ο διευθύνων σύμβουλος της TPAO, Μελίχ Χαν Μπιλγκίν, δήλωσε πρόσφατα πως «η Ανατολική Μεσόγειος αποτελεί για εμάς ζωτικό χώρο – και η Λιβύη είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ενεργειακής μας στρατηγικής».

Στις παραπάνω δηλώσεις πρόσθεσε και ο στρατηγικός σύμβουλος ενέργειας και πρώην στέλεχος της TPAO, Χασάν Αϊγκιλντίζ, ο οποίος υποστήριξε ότι «η Τουρκία δε θα επιτρέψει την απομόνωσή της από τις ενεργειακές εξελίξεις στη Μεσόγειο. Είμαστε έτοιμοι να υπερασπιστούμε τα δικαιώματά μας, όπως τα αντιλαμβανόμαστε, τόσο ανοιχτά της Λιβύης όσο και στην ευρύτερη περιοχή».

Διότι, αν μη τι άλλο, οι πρόσφατες δηλώσεις του πρώην πρέσβη των ΗΠΑ στην Ελλάδα, Τζέφρι Πάιατ, περί «συνεργασίας με την Τουρκία» κατά τη διάρκεια του 10ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, και έχοντας δίπλα του τον υφυπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Νίκο Τσάφο, προβληματίζουν. 

Όπως σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Πάιατ, «η Ελλάδα έχει σημειώσει μεγάλη πρόοδο στην οικοδόμηση ανθεκτικότητας στον ενεργειακό τομέα της Ευρώπης μέσω της Αλεξανδρούπολης, της Ρεβυθούσας, του ελληνο-βουλγαρικού αγωγού φυσικού αερίου IGB, του Νότιου Διαδρόμου Φυσικού Αερίου. Κατά τον ίδιο τρόπο και η Τουρκία έχει εμπλακεί σε κάποια από αυτά τα έργα, ενώ έχει αναπτύξει σημαντικά τις υποδομές επαναεριοποίησης. Πολύ σημαντικό είναι ότι η Τουρκία φέτος θα πρέπει να λάβει απόφαση για το πώς θα χειριστεί το μακροπρόθεσμο συμβόλαιό της με την Gazprom, το οποίο λήγει.

Το γεγονός ότι υπάρχει αυτός ο θετικός διάλογος, απευθείας μεταξύ των δύο πρωτευουσών, αποτελεί ένα μεγαλύτερο μήνυμα εμπιστοσύνης», ενώ δεν παρέλειψε να προσθέσει: «Νομίζω ότι, καθώς κοιτάμε προς το μέλλον, υπάρχουν πολύ περισσότερες δυνατότητες για ευρύτερη περιφερειακή συνεργασία, όπως έχουμε συζητήσει. Είτε πρόκειται για τον κάθετο διάδρομο, είτε για τη μεταφορά καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας από την Αίγυπτο μέσω της Ελλάδας στην Ευρώπη, είτε για περισσότερα έργα όπως ο Νότιος Διάδρομος Φυσικού Αερίου, ο οποίος εξαρτάται πλήρως από τη συνεργασία μεταξύ της BOTAS στην Τουρκία και του αγωγού TAP, ο οποίος μεταφέρει το φυσικό αέριο στην Ιταλία». 

Οι τουρκικές δραστηριότητες ανοιχτά της Λιβύης 

Εδώ τίθεται και ο δεύτερος προβληματισμός, ο οποίος σχετίζεται με τη στάση της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στην Τουρκία. Πράγματι, σε ερώτηση που απηύθυναν πρόσφατα στον πρωθυπουργό περί της «υποχωρητικής» στάσης της κυβέρνησης απέναντι στην Τουρκία, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, θέτοντας μια ρητορική ερώτηση, απάντησε:

«Τότε γιατί προχωρήσαμε και δώσαμε τη δυνατότητα στη Chevron να εξερευνήσει την προοπτική κοιτασμάτων φυσικού αερίου νοτίως της Κρήτης εντός ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, τα οποία, θέλω να θυμίσω, απορρέουν από τη συμφωνία την οποία έχουμε κάνει με την Αίγυπτο; Αν αυτή δεν είναι έμπρακτη άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων, τότε τι ακριβώς είναι;». 

Μήπως λοιπόν η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει αντιληφθεί την «κληρονομιά» που άφησε η Noble Energy στη Chevron; Αυτά είναι κρίσιμα ερωτήματα, τα οποία δε θα πρέπει να παραλείπονται εφόσον αναμειγνύουν στο εσωτερικό τους ζητήματα κυριαρχίας και ενδέχεται έμμεσα να αποδεικνύουν έναν ευρύτερο οδοδείκτη εξωτερικών και όχι εθνικών συμφερόντων και ειδικότερα, εφόσον βλέπουμε να ερχόμαστε σε μια διαδικασία fast track διαδικασιών, όπου το ΥΠ.ΕΝ. προκήρυξε τον διαγωνισμό για την εκδήλωση ενδιαφέροντος σε τέσσερις σημαντικές γεωπολιτικά και χωροταξικά περιοχές της χώρας: στα μπλοκ “Νότια Κρήτη Ι”, “Νότια Κρήτη ΙΙ”, μπλοκ “Νότια της Πελοποννήσου” και μπλοκ “Α2”. 

Τα κεντρικά ερωτήματα – Τι λέει η ελληνική κυβέρνηση για τη νέα πραγματικότητα; 

Η εμβάθυνση της αμερικανικής παρουσίας στα ελληνικά ενεργειακά δρώμενα είναι αναμφισβήτητη ευκαιρία. Όμως, το βάρος της Chevron, με ό,τι φέρνει ως παρακαταθήκη από τη Noble και τις σχέσεις με την Τουρκία, απαιτεί αυξημένη πολιτική εγρήγορση, ειδικότερα εφόσον τίθενται και επιδιώξεις «συνεκμετάλλευσης» από την Τουρκία στο Αιγαίο, η οποία προϋποθέτει την, ανεξαρτήτως οριοθετημένης ΑΟΖ, εκμετάλλευση των κοιτασμάτων που βρίσκονται σε περιοχές που εμπίπτουν στα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας. 

Ως εκ τούτου, κρίνεται δόκιμο να τεθούν τέσσερα κεντρικά ερωτήματα προς την ελληνική κυβέρνηση: 
Πώς διασφαλίζει η ελληνική κυβέρνηση ότι η στρατηγική πρόσβαση της Chevron σε δεδομένα και συμφωνίες της τουρκικής TPAO, μέσω της απορρόφησης της Noble Energy, δε θα επηρεάσει αρνητικά τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στην Ανατολική Μεσόγειο; 

Έχει θέσει η ελληνική κυβέρνηση σαφείς και δεσμευτικούς όρους στις αμερικανικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην ελληνική ΑΟΖ, ώστε να μην προωθούν σενάρια ενεργειακής συνεκμετάλλευσης ή διευκολύνσεων υπέρ της Τουρκίας; 

Για ποιο λόγο καθυστερεί η έναρξη της πόντισης του Great Sea Interconnector, και έχει δεχτεί η ελληνική πλευρά πολιτικές ή τεχνικές πιέσεις από τρίτες χώρες για την τροποποίηση ή επαναχάραξη της διαδρομής του, όπως έγινε και με τον EastMed; 

Πώς προτίθεται η ελληνική κυβέρνηση να διασφαλίσει ότι η στρατηγική συμμετοχή αμερικανικών εταιρειών στα κοιτάσματα της χώρας θα μεταφραστεί σε έμπρακτη στήριξη της ελληνικής εθνικής στρατηγικής και όχι σε πιθανά γεωπολιτικά ανταλλάγματα που ευνοούν τρίτες χώρες όπως η Τουρκία; 
 

Related Articles

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button