ΚρήτηΤοπικές Ειδήσεις

«Κραυγή αγωνίας» από τους γιατρούς: Σε αποδιοργάνωση το Νοσοκομείο Ρεθύμνου – Η Πέλα Νεονάκη στο neakriti.gr

«Εισπράττουμε τόσο τον περιορισμό των δημόσιων παροχών Υγείας, όσο και τη δημιουργία επικίνδυνων συνθηκών»

Η πρόεδρος της Ένωσης Γιατρών ΕΣΥ του Νοσοκομείου Ρεθύμνου, Πέλα Νεονάκη, μίλησε στη “Νέα Κρήτη” και το neakriti.gr και την Αλκυόνη Χριστοδουλάκη για τη διαλυτική κατάσταση της Υγείας στη χώρα και στο μοναδικό νοσηλευτικό ίδρυμα του νομού Ρεθύμνου. 

► Διαβάστε επίσης: «Κατάρρευση» στο Νοσοκομείο Ρεθύμνου – Λουκέτο στο Ιατρείο Πόνου, γιατροί σε απόγνωση: «Είμαστε επικίνδυνοι» (vid)

* Γνωρίζουμε όλοι λίγο-πολύ ότι γενικότερα το Σύστημα Υγείας στη χώρα και ειδικότερα το Νοσοκομείο Ρεθύμνου αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα. Πώς λειτουργεί αυτή τη στιγμή το νοσοκομείο στο Ρέθυμνο και με τι κόστος για όλους; 

«Το Εθνικό Σύστημα Υγείας έχει διαχρονικά υποβαθμιστεί λόγω της υποχρηματοδότησης από τον κρατικό προϋπολογισμό, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης για εξοικονόμηση δημοσιονομικών πόρων. Το ίδιο συμβαίνει και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες με άλλους ρυθμούς και άλλο τρόπο στην καθεμιά. Αυτό έχει οδηγήσει σε τραγική πλέον υποστελέχωση σε ιατρικό, νοσηλευτικό και λοιπό προσωπικό τα νοσοκομεία και την ΠΦΥ.

Το προσωπικό των νοσοκομείων εργάζεται σε εντατικούς ρυθμούς, με υπερεφημέρευση και εξουθένωση, με χρωστούμενα ρεπό και άδειες, με τους νέους γιατρούς (ειδικευόμενους και αγροτικούς) να καλύπτουν μόνο τα κενά με κόστος στην εκπαίδευσή τους και ανάληψη ευθυνών που δεν τους αναλογούν. Ταυτόχρονα, με τις εμβαλωματικές “λύσεις”, όπως οι μετακινήσεις γιατρών με “εντέλλεστε” από τη μία δομή Υγείας στην άλλη, δημιουργούνται πρόσθετα προβλήματα στις δομές Υγείας, αλλά και απαξιώνεται το έργο των υγειονομικών, ενώ παραβιάζονται βασικά εργασιακά τους δικαιώματα. 

Η πρόεδρος της Ένωσης Γιατρών ΕΣΥ του Νοσοκομείου Ρεθύμνου, Πέλα Νεονάκη.

Όλα αυτά λειτουργούν ως αντικίνητρα και έχουν οδηγήσει σε παραιτήσεις γιατρών τα τελευταία χρόνια, επιδεινώνοντας περαιτέρω το πρόβλημα της υποστελέχωσης.
Ως αντιστάθμισμα στα προβλήματα που οι ίδιες έχουν δημιουργήσει, κυνικά φέρεται από τις κυβερνήσεις η ενίσχυση της επί πληρωμή επιχειρηματικής δραστηριότητας στα νοσοκομεία με απογευματινά ιατρεία/χειρουργεία και ιδιώτες γιατρούς με σύμβαση έργου. Η περαιτέρω δηλαδή εμπορευματοποίηση της Υγείας. 

Στο Νοσοκομείο Ρεθύμνου, ελλείψει προσωπικού, τα τακτικά χειρουργεία έχουν μειωθεί πολύ τα τελευταία δύο χρόνια, με αποτέλεσμα να υπάρχουν τεράστιες αναμονές, ακόμα και από το 2022 (!). Ως εκ τούτου, οι ασθενείς μας αναγκάζονται να χειρουργηθούν σε ιδιωτικές κλινικές, όσοι βέβαια μπορούν, γιατί οι αναμονές δείχνουν ότι οι περισσότεροι δεν το αντέχουν οικονομικά, αυξάνοντας τις πιθανότητες επιδείνωσης της υγείας τους. 

Τακτικό παθολογικό ιατρείο έχει τουλάχιστον πέντε χρόνια να λειτουργήσει στο νοσοκομείο, άρα και για διάγνωση ή παρακολούθηση χρόνιων νοσημάτων οι ασθενείς αναγκαστικά απευθύνονται στον ιδιωτικό τομέα ή προσπαθούν να βρουν λύση στα επείγοντα των νοσοκομείων. Σε αυτό συμβάλλει και η αποψίλωση της ΠΦΥ από προσωπικό και υποδομές, όπως π.χ. συμβαίνει με τα Κέντρα Υγείας αστικού τύπου που θα ανακούφιζαν τα νοσοκομεία αν το προσωπικό επαρκούσε, με 24ωρη ή έστω 12ωρη λειτουργία. 

Επιπλέον, οι ελλείψεις ιατρονοσηλευτικού προσωπικού έχουν οδηγήσει και σε ποιοτική υποβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών Υγείας που φτάνει τα όρια της επικινδυνότητας, όταν αφορά τμήματα όπως αυτό των Επειγόντων Περιστατικών, την Παθολογική και τη Χειρουργική Κλινική.

Παρατηρείται επομένως μια σχεδιασμένη απαξίωση του δημόσιου Συστήματος Υγείας προς όφελος των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, που γιγαντώνονται και στην Κρήτη, αλλά και των ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιρειών που αυξάνουν τα κέρδη τους με τη στροφή στην ιδιωτική Υγεία. Αυτό που τελικά “εισπράττουμε” εμείς είναι τόσο ο περιορισμός των δημόσιων και δωρεάν παροχών Υγείας, όσο και η δημιουργία επικίνδυνων συνθηκών για προσωπικό και ασθενείς». 
 
* Αναφορικά με τις κλινικές, ποιες είναι σε αριθμούς οι ελλείψεις προσωπικού στο ίδρυμα; 

«Μιλώντας για τις ελλείψεις, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας τον οργανισμό του Νοσοκομείου, ο οποίος οφείλει να επικαιροποιηθεί (χωρίς αλλαγή από το 2012) για να καλύψει τις διευρυμένες ανάγκες του πληθυσμού. 

Βάσει λοιπόν του απαρχαιωμένου οργανισμού που ισχύει: 

  • Το Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ) λειτουργεί με δύο μόνιμους γιατρούς σε επτά θέσεις (πέντε κενές) και το πρόγραμμα εφημεριών συμπληρώνεται με μετακινήσεις γιατρών της ΠΦΥ. 
  • Η Χειρουργική Κλινική έχει μόνο τέσσερις ειδικευμένους γιατρούς σε έξι θέσεις (δύο κενές) και δε διαθέτει κανένα ειδικευόμενο. Για την εφημεριακή κάλυψη, τις περισσότερες μέρες του μήνα εφημερεύει ένας χειρουργός, μόνος του, για Κλινική, ΤΕΠ και πιθανό επείγον χειρουργείο που θα προκύψει. 
  • Η Παθολογική κλινική έχει δύο μόνιμους γιατρούς σε έξι θέσεις (τέσσερις κενές) και ένα ειδικευόμενο. Λειτουργεί με κάλυψη μόνο για εφημερίες, και όχι για πρωινό ωράριο, από μετακινούμενους παθολόγους από τα νοσοκομεία του Ηρακλείου. 
  • Η Ψυχιατρική Κλινική έχει μόνο ένα μόνιμο γιατρό και μία ψυχίατρο με μετακίνηση από το Κέντρο Ψυχικής Υγείας (3 κενές θέσεις). 
  • Υπάρχουν ακόμα μία κενή θέση στη ΜΕΘ, μία στην Ορθοπαιδική, δύο κενές θέσεις ογκολόγου, μία κενή θέση γαστρεντερολόγου, μία νευρολόγου, μία ουρολόγου (επτά κενές θέσεις συνολικά). 
  • Το Αναισθησιολογικό Τμήμα, μετά από μετακίνηση μίας αναισθησιολόγου στο Βενιζέλειο Νοσοκομείο από εξαμήνου, παραμένει με τρεις ειδικευμένους γιατρούς, σε οριακή λειτουργία. 

Ελλείψεις υπάρχουν και στο νοσηλευτικό προσωπικό με πολλά χρωστούμενα ρεπό και άδειες, μεγάλο μέρος του οποίου απασχολείται με ελαστικές σχέσεις εργασίας.

Πρόσφατα μονιμοποιήθηκαν ελάχιστοι από το νοσηλευτικό προσωπικό και μάλιστα αυτό παρουσιάστηκε για εντυπωσιασμό από τη Διοίκηση ως “προσλήψεις προσωπικού”, παρόλο που στην ουσία δεν αυξήθηκε ο αριθμός τους. 

Από το λοιπό προσωπικό, περίπου το 50% είναι συμβασιούχοι ορισμένου χρόνου, δηλαδή σε εργασιακή ομηρία, που κάθε τρίμηνο αναρωτιούνται αν θα συνεχίσουν να έχουν δουλειά. Κι όμως καλύπτουν πάγιες και μόνιμες ανάγκες του νοσοκομείου, όπως η φύλαξη, η καθαριότητα, κ.λπ. Στόχος της κυβέρνησης είναι οι θέσεις αυτές να περάσουν σε ιδιώτες και να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο η ιδιωτική επιχειρηματικότητα στο νοσοκομείο, γι’ αυτό και δε μονιμοποιούνται.

Στην ΠΦΥ οι ελλείψεις είναι επίσης σοβαρές σε μόνιμο προσωπικό και σ’ αυτές προστίθεται και έλλειψη αγροτικών γιατρών, που δεν επιλέγουν πλέον τον νομό Ρεθύμνου, γνωρίζοντας ότι θα μετακινηθούν με “εντέλλεσθε” στο ΤΕΠ του νοσοκομείου για δυσβάσταχτες εφημερίες. 
Αντιλαμβάνεται λοιπόν ο καθένας, από το ενδεικτικό παράδειγμα του Ρεθύμνου, το ξεχαρβάλωμα της Δημόσιας Υγείας και τη… μιζέρια της ίδιας της πραγματικότητας (!)». 

* Υπάρχει μια επικίνδυνη πρακτική που εφαρμόζεται σχετικά με τις διακομιδές. Πόσο συχνά και υπό ποιες συνθήκες πραγματοποιούνται από το νοσοκομείο του νομού μας; 

«Οι διακομιδές βαρέως πασχόντων και διασωληνωμένων ασθενών πραγματοποιούνται από συγκεκριμένες ειδικότητες και αυτές με βάση το ΚΕΣΥ (Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας) είναι του επειγοντολόγου, εντατικολόγου ή αναισθησιολόγου. Ωστόσο, λόγω αυξημένου αριθμού τέτοιων διακομιδών κατά την πανδημία προς τα κέντρα αναφοράς COVID, βάσει ΦΕΚ 4850/2021, οι εν λόγω διακομιδές, εντελώς αντιεπιστημονικά, νομιμοποιήθηκε να διενεργούνται απ’ ΟΛΕΣ τις ιατρικές ειδικότητες, ακόμα και από ειδικευόμενους γιατρούς 6 μηνών και άνω.

Ο νόμος αυτός συνεχίζει να ισχύει και σήμερα γιατί “βολεύει” και “μπαλώνει” με επικίνδυνο τρόπο άλλη μία ανεπάρκεια στο Σύστημα Υγείας: Οι ασθενείς αυτοί πρέπει να διακομίζονται από το ΕΚΑΒ, με το ειδικό ασθενοφόρο-μονάδα, στελεχωμένο με γιατρό κατάλληλης ειδικότητας, για να γίνεται αυτό με ασφάλεια και να μη δημιουργούνται κενά στο νοσοκομείο κατά τη διακομιδή. Ο γιατρός που συνοδεύει πρέπει να έχει εμπειρία και γνώση στη διαχείριση αεραγωγού και τη διασωλήνωση, καθώς και την αιμοδυναμική υποστήριξη του βαρέως πάσχοντα ασθενούς. 

Παρά τις αντιδράσεις μας και την αρνητική γνωμοδότηση από το τότε Επιστημονικό Συμβούλιο του Νοσοκομείου Ρεθύμνου, μετά την πανδημία, η απαράδεκτη λίστα εφημερευόντων όλων των ειδικοτήτων (ουρολόγου, οφθαλμιάτρου, γαστρεντερολόγου…) συνεχίζει να επιβάλλεται από τη Διοίκηση. Μάλιστα, προσφάτως αποφασίστηκε να… εμπλουτιστεί και με ειδικευόμενους, πράγμα που βέβαια προκάλεσε δικαίως τις αντιδράσεις των νέων συναδέλφων. 

Να σημειώσουμε, βέβαια, ότι και, πριν την έκδοση του προαναφερόμενου ΦΕΚ, οι εν λόγω διακομιδές ήταν “στον αέρα”. Πραγματοποιούνταν από αναισθησιολόγο ή εντατικολόγο του νοσοκομείου, που είτε άφηνε ακάλυπτο το νοσοκομείο για τρεις ώρες, είτε καλούνταν εκτάκτως, εκβιαστικά και ενώ δεν εφημέρευε, γιατρός αυτών των ειδικοτήτων από το σπίτι του να διακομίσει το περιστατικό. 

Καταλαβαίνουμε όλοι ότι τέτοια νομοθετήματα στηρίζουν τη λογική του “πάμε κι όπου βγει”, τη λογική να αποτελεί κόστος για το κράτος η ασφάλεια κυρίως του ασθενούς, αλλά και του γιατρού». 
 
* Έγινε μια προσπάθεια από τη Διοίκηση για προσέλκυση ιατρικού προσωπικού μέσω της επιτυχούς ανακήρυξης του ιδρύματος σε άγονο τύπου Α. Αυτό τελικά πόσο βοήθησε; 

«Η ανακήρυξη νοσοκομείων σε άγονα Α’ ζώνης αποτέλεσε μόνο ένα άλλοθι του υπουργείου μετά από τον μεγάλο ξεσηκωμό του λαού με μεγαλειώδη συλλαλητήρια και κινητοποιήσεις για δωρεάν δημόσια Υγεία, στο Ρέθυμνο, στην Κρήτη και σε όλη την Ελλάδα.

Γνωρίζει το υπουργείο ότι δεν αποτελεί πραγματικό κίνητρο το επίδομα αγόνου, όταν οι μισθοί των γιατρών παραμένουν καθηλωμένοι από το 2012 και μάλιστα όταν δε λαμβάνεται απ’ όλες τις ειδικότητες, όταν εξαιρεί τους επικουρικούς γιατρούς και τους ειδικευόμενους, ενώ τα Κ.Υ. του νομού δε χαρακτηρίστηκαν καν Α’ ζώνη. Δεν αποτελεί κίνητρο όταν οι συνθήκες εργασίας για τους γιατρούς συνεχώς επιδεινώνονται. 

Ακόμα και οι προκηρύξεις θέσεων μετά την αλλαγή ζώνης έγιναν και πάλι με το… σταγονόμετρο, αποδεικνύοντας άλλη μια φορά ότι δεν υπάρχει πρόθεση να καλυφθεί το σύνολο των κενών θέσεων και να βελτιωθούν οι εργασιακές συνθήκες για τους γιατρούς. 

Η αποτυχία, άλλωστε, του μέτρου να λειτουργήσει από μόνο του ως κίνητρο αποδεικνύεται από τις πολύ περιορισμένες αιτήσεις για τις θέσεις που προκηρύχθηκαν. Μόνο μία θέση παθολόγου καλύφθηκε για το Νοσοκομείο Ρεθύμνου και δεν έχει γίνει ακόμα διορισμός». 
 
* Έχει ξεκινήσει επίσημα η λειτουργία του μαγνητικού τομογράφου του ιδρύματος, χρόνια μετά τη δέσμευση του ποσού. Υπό ποιες συνθήκες λειτουργεί και πόσο βοηθητική είναι η διαδικασία για προσωπικό και ασθενείς; 
 
«Το θέμα της λειτουργίας του μαγνητικού τομογράφου δε γίνεται να αποσπάται από το γενικό πλαίσιο των προβλημάτων του νοσοκομείου και της Δημόσιας Υγείας γενικότερα. 

Στο Ακτινολογικό Τμήμα του νοσοκομείου, οι συνάδελφοι επιβαρύνονται μέχρι και με οκτώ εφημερίες τον μήνα για να καλύψουν το πρόγραμμα. Υπάρχει επομένως ανάγκη να προσληφθεί ακτινολόγος με εκπαίδευση στη μαγνητική τομογραφία, πλήρως απασχολούμενος όμως στο τμήμα, για να συνδράμει και στη λειτουργία του. Αντί αυτού, η λειτουργία του μαγνητικού τομογράφου, που έχει πληρώσει ο λαός, ανατίθεται σε ιδιώτη γιατρό με σύμβαση έργου, χωρίς καμία πρόθεση ενίσχυσης και αναβάθμισης του Ακτινολογικού Τμήματος». 

* Ποια είναι τα αιτήματα των γιατρών του νοσοκομείου; 

«Απ’ όσα ήδη αναφέρθηκαν συμπεραίνεται ότι η Δημόσια Υγεία έχει πλήρως απαξιωθεί και θυσιάζεται στον βωμό του κέρδους των επιχειρηματικών ομίλων της Υγείας. Και το βάρος αυτής της απαξίωσης οι υγειονομικοί αδυνατούν πλέον να το σηκώσουν. 

Επειδή λοιπόν η υγεία του λαού αντιμετωπίζεται ως κόστος για το κράτος, ενώ δαπανώνται δισεκατομμύρια ευρώ για τη στήριξη ιμπεριαλιστικών πολέμων. Ξεκάθαρα, άλλωστε, ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ προτρέπει σε εξοικονόμηση πόρων από Υγεία-Πρόνοια, Παιδεία, κοινωνικές ανάγκες, για την ενίσχυση της Πολεμικής Οικονομίας, 

Επειδή βιώνουμε την τεράστια αντίφαση, από τη μία η Επιστήμη και η Τεχνολογία να έχουν κάνει άλματα προόδου στην πρόληψη, διάγνωση και θεραπεία νοσημάτων και, από την άλλη, ο πολύς κόσμος να μην έχει τη δυνατότητα ακόμα και για ένα απλό χειρουργείο, 

Επειδή η Δημόσια Υγεία έχει ξεφύγει από τις ράγες και τα νοσοκομεία έχουν μετατραπεί σε ατελείωτη… κοιλάδα Τεμπών, 
Θεωρούμε ότι δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια εφησυχασμού για κανένα. Είμαστε αποφασισμένοι να παλέψουμε δίπλα στον λαό για να αντιστρέψουμε αυτήν την πορεία. 
Διεκδικούμε προσλήψεις μόνιμου προσωπικού και κάλυψη ΟΛΩΝ των κενών θέσεων σε ιατρικό, νοσηλευτικό και λοιπό προσωπικό στα νοσοκομεία, την ΠΦΥ και το ΕΚΑΒ.

Μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων και των επικουρικών. Εργασιακά και επιστημονικά κίνητρα για γιατρούς και νοσηλευτικό προσωπικό. Γενναία αύξηση των αποδοχών, επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού, ένταξη όλων των υγειονομικών στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα. Καμία συγχώνευση κλινικών και τμημάτων, να μην εφαρμοστεί ο νέος Υγειονομικός Χάρτης που κλείνει νοσοκομεία. Δωρεάν φάρμακα στους ασθενείς, με μηδενική συμμετοχή. Διεκδικούμε δημόσια δωρεάν ποιοτική

Υγεία για όλους, Υγεία που υπηρετεί τη ζωή και όχι τα κέρδη». 

Τα σημαντικότερα ζητήματα – Οι απαιτήσεις των εργαζομένων του νοσοκομείου 

* Ποια είναι το σοβαρότερα και τα πιο επιτακτικά προβλήματα του νοσοκομείου που απαιτούν άμεση λύση; 
 

«Σοβαρότατο πρόβλημα αυτή τη στιγμή είναι η υποστελέχωση του ΤΕΠ, που απαιτεί άμεση προκήρυξη με κατεπείγουσες διαδικασίες όλων των κενών θέσεων στο ΤΕΠ, τη Χειρουργική και την Ορθοπαιδική Κλινική, για να λειτουργεί με ασφάλεια και να μειωθούν οι αναμονές για τους ασθενείς. 

Άμεση ανάγκη είναι και η πραγματοποίηση τακτικών χειρουργείων για τη μείωση των αναμονών, που θα καλυφθεί μόνο με επαρκές προσωπικό στη Χειρουργική Κλινική και το Αναισθησιολογικό Τμήμα. Η λειτουργία βέβαια απογευματινών χειρουργείων, ακόμα και των δωρεάν, με χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης, που υποτίθεται ότι θα μείωνε τις αναμονές, είναι αδύνατη με προσωπικό που δεν επαρκεί ούτε για τα πρωινά». 
 

Related Articles

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button