ΚρήτηΤοπικές Είδησης

Το πρωτοχρονιάτικο παραμύθι στον 98.4

Ο 98.4 για μια χρονιά ακόμη τίμησε το “έθιμο” του Πρωτοχρονιάτικου Παραμυθιού, για τους μικρούς και μεγάλους ακροατές του

Ο 98.4 και οι ενημερωτικές τους εκπομπές, αποχαιρέτησαν το 2023 με προσμονή για ένα Ειρηνικό και γεμάτο πολλές -πολλές όμορφες στιγμές για όλους το 2024.

Το φετινό πρωτοχρονιάτικο παραμύθι είναι: «Ο Αϊ-Βασίλης των φτωχών»

Τα πρόσωπα

  • ΕΛΠΙΔΑ : φτωχό παιδί του δρόμου (ΕΥΗ ΧΑΡΑΚΙΑΝΑΚΗ )
  • ΠΕΤΡΟΣ : φτωχό παιδί του δρόμου (ΜΑΝΟΣ ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ)
  • ΑΓΓΕΛΟΣ : φτωχό παιδί του δρόμου (ΝΙΚΟΣ ΑΓΓΕΛΙΝΟΣ )
  • ΑΛΙΚΗ : φτωχό παιδί του δρόμου( ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ )
  • ΧΡΗΣΤΟΣ : παιδί του δημοτικού  (ΜΠΑΜΠΗΣ ΣΑΒΒΙΔΗΣ)
  • ΔΑΝΑΗ : αδερφή του Χρήστου  ( ΜΩΡΑΙΤΗ )
  • ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ  ( ΓΙΩΡΓΟΣ ΨΑΡΟΥΛΑΚΗΣ)
  • ΠΑΤΕΡΑΣ (ΣΑΧΙΝΗΣ)
  • ΜΗΤΕΡΑ(ΤΕΡΖΑΚΗ)

Ακούστε το παραμύθι (ακολουθεί το πλήρες κείμενο)

 

ΠΡΩΤΗ ΠΡΑΞΗ

(Η Ελπίδα, ο Πέτρος, ο Άγγελος και η Αλίκη συζητούν όρθιοι στον δρόμο, δίπλα από τη φωτιά που έχουν ανάψει).

ΕΛΠΙΔΑ: Πολύ κρύο κάνει απόψε παιδιά. Τουρτουρίζω.       ;·

ΠΕΤΡΟΣ : Κι εγώ. Είμαστε και νηστικοί…

ΑΓΓΕΛΟΣ : Ξέρετε πως απόψε είναι η τελευταία βραδιά του χρόνου;

ΑΛΙΚΗ : Αν είναι έτσι, τότε αυτός ο χρόνος φεύγει θυμωμένος.

ΕΛΠΙΔΑ : Με ποιον; Μαζί μας;

ΠΕΤΡΟΣ : Όχι και μαζί μας. Εμείς τι του κάναμε;

ΑΓΓΕΛΟΣ : Άλλοι, μπορεί. Εμείς τίποτα.

ΑΛΙΚΗ : Και να θέλαμε, πού να προλάβουμε ! Όλο το χρόνο πλένουμε τζάμια στ’ αυτοκίνητα κι ο Άγγελος τρέχει με το βιολί.

ΕΛΠΙΔΑ : Πόσο τους ζηλεύω όταν μας κοιτάζουν μέσα από τα άνετα καθίσματά τους, με τη ζεστασιά και τη μουσική τους! Πώς θα ‘θελα κι εγώ να βρισκόμουν στη θέση τους!

ΠΕΤΡΟΣ : Μπορεί κάποτε να βρεθείς, πού το ξέρεις;

ΕΛΠΙΔΑ : Δεν το ξέρω, αλλά δεν το πολυπιστεύω. Εκείνοι είχαν κάποιους που τους βοήθησαν, ενώ εμείς δεν έχουμε κανέναν.

ΑΓΓΕΛΟΣ : Κι εγώ με το βιολί μου, σ’ όσα σπίτια μου ανοίγουν την πόρτα, τι πλούτη βλέπω μέσα δεν λέγεται! Ντρέπομαι που είμαι τόσο φτωχός.

ΑΛΙΚΗ : Να μην ντρέπεσαι καθόλου, γιατί δεν φταις εσύ γι’ αυτό.

ΠΕΤΡΟΣ : Καλό είναι να μην τα σκεφτόμαστε αυτά τώρα. Είναι η τελευταία βραδιά του χρόνου απόψε και πρέπει να τη γιορτάσουμε.

ΑΛΙΚΗ : Μα πώς να τη γιορτάσουμε; Ποτέ δεν είχαμε μια χαρά.

ΕΛΠΙΔΑ : Ίσως να έχουμε στο μέλλον. Αύριο ξημερώνει μια καινούρια μέρα. Γιατί ν’ απελπιζόμαστε;

ΑΛΙΚΗ : Και να θέλουμε να γιορτάσουμε, με τι να το κάνουμε; Δεν έχουμε παρά μόνο λίγο ψωμί. Γίνεται γιορτή μονάχα με ψωμί;

ΑΓΓΕΛΟΣ : Και μ’ αυτό γίνεται. Αρκεί να υπάρχει διάθεση.

ΠΕΤΡΟΣ : Ελάτε να καθίσουμε όλοι γύρω απ’ τη φωτιά, να μοιραστούμε το ψωμί και τα παράπονα μας.

ΗΧΟΣ ΟΤΙ ΚΑΘΟΝΤΑΙ ΚΑΤΩ

ΕΛΠΙΔΑ : Τι σκέφτεσαι Αλίκη;

ΑΛΙΚΗ : Κάτι απλό που ίσως γελάσετε όταν το ακούσετε.

ΑΓΓΕΛΟΣ : Πρώτα να το ακούσουμε κι ύστερα βλέπουμε.

ΑΛΙΚΗ : Να, σκέφθηκα αν ο χρόνος φεύγει απόψε κι απ’ την πατρίδα μου.

ΑΓΓΕΛΟΣ : Δεν το ’ξερες; Ο χρόνος φεύγει από παντού την ίδια μέρα.

ΠΕΤΡΟΣ : Αυτό όμως πάει να πει πως βρίσκεται παντού.

ΕΛΠΙΔΑ : Δηλαδή πάνω σ’ όλη τη γη.

ΑΛΙΚΗ : Και τότε, πώς δεν μας πατάει;

ΑΓΓΕΛΟΣ : Φαίνεται πως είναι ελαφρύς. Ίσως κάνει δίαιτα.

ΠΕΤΡΟΣ : Ενώ εμείς δεν χρειαζόμαστε ούτε δίαιτα με ό,τι τρώμε.

ΕΛΠΙΔΑ : Πάντως εγώ δεν το καταλαβαίνω. Πώς φεύγει έτσι δηλαδή; Ξαφνικά, τα φορτώνει στο αμάξι του και ξεκινάει;

ΑΓΓΕΛΟΣ : Μα, τι λέτε τώρα; Άνθρωπος είναι ο χρόνος για να ‘χει αυτοκίνητο;

ΠΕΤΡΟΣ : Ε, τότε τι είναι;

ΑΓΓΕΛΟΣ : Μακάρι να ‘ξερα. Κανένας δεν τον έχει δει μέχρι τώρα για να ξέρει.

ΑΛΙΚΗ : Δηλαδή, είναι αόρατος σαν τον αέρα;

ΑΓΓΕΛΟΣ : Ακριβώς.

ΕΛΠΙΔΑ : Εκείνο που ξέρω εγώ πάντως είναι πως φεύγοντας έχουμε μεγαλώσει όλοι ένα χρόνο.

ΠΕΤΡΟΣ : Αυτό είναι καλό ή κακό;

ΕΛΠΙΔΑ : Όπως το πάρει κανένας. Για τους μεγάλους είναι κακό, ενώ για τους μικρούς καλό.

ΑΛΙΚΗ : Εγώ, πάντως, θα του τα ψάλλω του χρόνου. Για μας τίποτα καλό δεν άφησε φεύγοντας. Ούτε μια στέγη να μένουμε, ένα ζεστό κρεβατάκι να κοιμούμαστε όπως τα υπόλοιπα παιδιά, να μην παγώνουν τα πόδια μας. Δεν του ζητήσαμε πολλά.

ΑΓΓΕΛΟΣ : Μπορεί να τα άφησε για να τα φέρει ο καινούριος χρόνος. Ίσως ο Αϊ-Βασίλης.

ΕΛΠΙΔΑ : Πιστεύεις στον Αϊ-Βασίλη;

ΑΓΓΕΛΟΣ : Και βέβαια!

ΕΛΠΙΔΑ : Τον έχεις δει ποτέ σου;

ΑΓΓΕΛΟΣ : Τον έχω δει, αλλά σε φωτογραφία.

ΕΛΠΙΔΑ : Κι ήταν αληθινός;

ΑΓΓΕΛΟΣ : Ε, τι, ψεύτικος; Αφού είχε και άσπρα γένια.

ΠΕΤΡΟΣ : Δηλαδή, υπάρχει ο Αϊ-Βασίλης.

ΑΓΓΕΛΟΣ : Εγώ είμαι σίγουρος.

ΑΛΙΚΗ : Κι εγώ το πιστεύω. Λένε μάλιστα πως είναι ο προστάτης των φτωχών.

ΕΛΠΙΔΑ : Και τότε, γιατί δεν έρχεται ποτέ σ’ εμάς;

ΑΛΙΚΗ : Ίσως δεν βρίσκει το δρόμο.

ΑΓΓΕΛΟΣ : Άλλωστε, πού να πρωτοπάει κι αυτός; Τα παιδιά που τον περιμένουν είναι τόσα πολλά κι ο Αϊ-Βασίλης μονάχα ένας.

ΠΕΤΡΟΣ : Τότε, το δίκαιο είναι να πηγαίνει σ’ αυτά τα παιδιά που τον έχουν μεγαλύτερη ανάγκη. Δηλαδή σ’ εμάς.

ΕΛΠΙΔΑ : Λέτε να έρθει;

ΑΛΙΚΗ : Αν έρθει, θα ‘θελα να μου φέρει ένα βιβλίο που να ‘χει μέσα όλες τις χώρες του κόσμου, να ταξιδεύω σ’ αυτές με τη φαντασία μου.

ΠΕΤΡΟΣ : Εγώ θέλω μια ωραία μπάλα, να γίνω ο μεγαλύτερος ποδοσφαιριστής του κόσμου!

ΕΛΠΙΔΑ : Κι εγώ μια ωραία κούκλα σαν αυτή που ονειρεύομαι τα βράδια, με γαλάζια μάτια και ξανθά μαλλιά. Εσένα, Άγγελε, τι θέλεις να σου φέρει;

ΑΓΓΕΛΟΣ : Εμένα θα ’θελα να μου φέρει ένα ζευγάρι πατίνια να τρέχω στους δρόμους παίζοντας βιολί.

ΑΛΙΚΗ : Καλά όλα αυτά που λέμε, αλλά πώς θα ξέρει ο Αϊ-Βασίλης τι δώρα θέλουμε να μας χαρίσει;

ΠΕΤΡΟΣ : Εγώ θα ‘λεγα να του το γράψουμε σ’ ένα χαρτί, γιατί την ώρα που θα ’ρθει, μπορεί να κοιμούμαστε.

ΟΛΟΙ : Ναι, ναι…

ΕΛΠΙΔΑ : Για μισό λεπτό. Ο Αϊ-Βασίλης ξέρει γράμματα;

ΠΕΤΡΟΣ : Και βέβαια. Δεν άκουσες που λέει : “Και στο ραβδί ακούμπησε να πει την Αλφαβήτα;”

ΕΛΠΙΔΑ : Δίκιο έχεις. Ποιος όμως θα το γράψει;

ΑΛΙΚΗ : Ο Άγγελος, ποιος άλλος; Είναι ο μόνος που ξέρει να γράφει.

ΑΓΓΕΛΟΣ : Εντάξει, δεν είμαι και καθηγητής! Φέρτε μου το χαρτόνι.

( ΗΧΟΣ ΟΤΙ ΚΑΤΙ  ΓΡΑΦΕΙ)

ΑΛΙΚΗ : Κάποτε, θυμάμαι, όταν ζούσε ακόμα ο πατέρας μου, μου είχε φέρει ένα κόκκινο μπαλόνι και μ’ αυτό παίζαμε όλες τις χριστουγεννιάτικες μέρες, ώσπου στο τέλος έσπασε και δεν φαντάζεστε πόσο στενοχωρήθηκα.

ΠΕΤΡΟΣ : Κι εγώ θυμάμαι ένα ξύλινο αυτοκινητάκι με γαλάζιες ρόδες. Έπαιζα μ’ αυτό απ’ το πρωί και το βράδυ το έβαζα δίπλα στο μαξιλάρι μου.

ΕΛΠΙΔΑ : Ας μη θυμούμαστε τις παλιές μέρες και μας βρει ο καινούριος χρόνος στενοχωρημένους. Δεν κάνει. Οι άνθρωποι πρέπει να ελπίζουν στο καλύτερο. Η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία.

ΑΓΓΕΛΟΣ : Συμφωνώ. Ελάτε εδώ Βλέπετε εκείνο το αστέρι που λάμπει ψηλά στον ουρανό;

ΑΛΙΚΗ : Ναι, είναι πολύ φωτεινό.

ΕΛΠΙΔΑ : Ίσως είναι το αστέρι που οδήγησε τους τρεις μάγους στη Φάτνη του Χριστού. Έτσι έλαμπε κι εκείνο.

ΠΕΤΡΟΣ : Και γιατί φωτίζει ακόμα τόσο πολύ; Αφού τον βρήκαν τον Χριστούλη.

ΑΓΓΕΛΟΣ : Εκείνοι τον βρήκαν, αλλά πόσοι άνθρωποι δεν τον έχουν βρει ακόμα! Αν τον έβρισκαν, δεν θα υπήρχε αδικία και φτώχεια. Όλος ο κόσμος θα ήταν παράδεισος.

ΕΛΠΙΔΑ : Σωστά τα λες. Ίσως γι’ αυτό λάμπει ακόμα τόσο πολύ το αστέρι. Γιατί πρέπει να θυμίζει στους ανθρώπους κάτι. Την αγάπη και τη συμπόνια που έχουν ξεχάσει.

ΑΛΙΚΗ  : Εμείς,  λοιπόν,  ας  πάρουμε  δύναμη  κι  ελπίδα  απ’ το  χρυσαφένιο αστεράκι κι ύστερα ας κοιμηθούμε.

ΠΕΤΡΟΣ : Και δε θα περιμένουμε να υποδεχτούμε τον καινούριο χρόνο;

ΕΛΠΙΔΑ : Πώς να τον υποδεχτούμε; Αφού είπαμε πως είναι αόρατος…

ΠΕΤΡΟΣ : Έτσι κι αλλιώς δεν έχουμε ούτε ρολόι για να δούμε τι ώρα θ’ αλλάξει ο χρόνος.

ΑΓΓΕΛΟΣ : Εσείς καλύτερα να κοιμηθείτε. Εγώ θα πάρω το βιολί μου να παίξω στα σπίτια των νοικοκύρηδων. Πιστεύω μια τέτοια νύχτα να μου ανοίγουν τις πόρτες τους.

ΕΛΠΙΔΑ : Πώς σε ζηλεύω ! Κρίμα που δεν ξέρω βιολί. Αύριο όμως θα πεις και σ’ εμάς πώς τα περνούν αυτή τη νύχτα στα ζεστά τους σπίτια. Θα φτιάχνουν ωραία γλυκά, φαντάζομαι…

ΑΛΙΚΗ : Θα ’χουν στολίσει και χριστουγεννιάτικο δέντρο.

ΠΕΤΡΟΣ : Να ‘χαμε κι εμείς ένα! Με πολύχρωμα φωτάκια που αναβοσβήνουν και μ’ ένα αστέρι στην κορυφή. Τι όμορφα που θα ‘τανε!

ΕΛΠΙΔΑ : Το φαντάζεστε; Θα ομόρφαινε όλος ο δρόμος. Ποτέ δεν στόλισα χριστουγεννιάτικο δέντρο και το ‘χω καημό.

ΑΓΓΕΛΟΣ : Κι εγώ! Όμως τώρα σας αφήνω. Καληνύχτα και με το καλό ο καινούριος χρόνος.

ΟΛΟΙ : Καληνύχτα.

ΕΛΠΙΔΑ : Ας ξαπλώσουμε. Νιώθω μια κούραση….

ΠΕΤΡΟΣ : Απ’ το πρωί στους δρόμους. Δε σταματήσαμε καθόλου.

( ΗΧΟΙ ΟΤΙ Καληνυχτίζονται. ΟΤΙ  Κοιμούνται.  ΟΤΙ Μπαίνει ο Αϊ-Βασίλης με το σακούλι).

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Μα πού βρέθηκα; Παιδάκια κοιμούνται στο δρόμο μ’ αυτή την παγωνιά; Απίστευτο! Ποτέ δεν περίμενα πως ύστερα από τόσους αιώνες θα υπήρχαν ακόμα παιδιά που πεινάνε και δεν έχουν ένα σπίτι να μείνουν. Α, δε θα τα αφήσω έτσι! Πρέπει να σκεφτώ τι μπορώ να κάνω γι’ αυτά τα φτωχά παιδιά… Τι βλέπω; Κάτι μου γράφουν εδώ. Το ‘ξεραν φαίνεται πως θα περνούσα. Για να δω : “Άγιε Βασίλη, φέρε μας σε παρακαλούμε αν μπορείς μια κούκλα, μια μπάλα, ένα βιβλίο με τις χώρες του κόσμου κι ένα ζευγάρι πατίνια. Σ’ ευχαριστούμε για την αγάπη σου”. Παράξενο. Αυτά τα παιδιά δεν έχουν σχεδόν τίποτα κι όμως μου ζητούν παιχνίδια. Πώς γίνεται; Η εξήγηση είναι πως τα παιδιά ζουν και με λιγότερα, αλλά χωρίς παιχνίδια δεν μπορούν να ζήσουν

ΠΡΑΞΗ ΔΕΥΤΕΡΗ

(Σαλόνι πλούσιου σπιτιού με στολισμένο χριστουγεννιάτικο δέντρο. Η μητέρα φτιάχνει γλυκά κι ο πατέρας κάτι διαβάζει.)

ΧΡΗΣΤΟΣ : Μαμά, πότε θα ‘ρθει ο Αϊ-Βασίλης;

ΜΗΤΕΡΑ : Τη νύχτα, αργά.

ΔΑΝΑΗ : Εγώ δεν πιστεύω ότι θα ’ρθει. Αυτά είναι παραμύθια!

ΧΡΗΣΤΟΣ : Τι λες; Και τα δώρα ποιος τα φέρνει κάθε χρόνο;

ΔΑΝΑΗ : Η μαμά κι ο μπαμπάς, κουτέ. Μόλις κοιμηθούμε, πάνε και τα βάζουν κάτω απ’ το χριστουγεννιάτικο δέντρο.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Και πού το ξέρεις εσύ έξυπνη;

ΔΑΝΑΗ : Τους έχω δει κάποτε που τα άφησαν εκεί, κι ύστερα, το πρωί, είπαν πως τα ‘φερε ο Αϊ-Βασίλης.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Μπορεί να τους τα ‘δωσε όταν κατέβηκε από το τζάκι.

ΔΑΝΑΗ : Αν κατέβαινε απ’ το τζάκι, θα ήταν καπνισμένος.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Ίσως και να είναι. Δεν τον έχεις δει, για να ξέρεις. Μπαμπά, για πες μου. Αλήθεια, δεν έρχεται ο Αϊ-Βασίλης;

ΠΑΤΕΡΑΣ : Ακούστε παιδιά μου. Ο Αϊ-Βασίλης είναι πια γέροντας, κι επειδή η απόσταση είναι μεγάλη και κουραστική, μερικές φορές μπορεί να μην έρχεται.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Άρα έρχεται!

ΔΑΝΑΗ : Άρα δεν έρχεται!

ΧΡΗΣΤΟΣ : Εσύ τι γνώμη έχεις μαμά;

ΜΗΤΕΡΑ : Εγώ νομίζω πως ο Αϊ-Βασίλης έρχεται μόνο γι’ αυτούς που τον πιστεύουν, ενώ γι’ αυτούς που δεν τον πιστεύουν δεν έρχεται.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Επομένως, για σένα δεν έρχεται.

ΔΑΝΑΗ : Αν είναι έτσι, τότε να τον πιστέψω κι εγώ.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Πάντοτε είσαι συμφεροντολόγα. Κανονικά, εσένα δεν πρέπει να σου φέρει τίποτα για όσα λες.

ΠΑΤΕΡΑΣ : Για πείτε μου τώρα. Τι δώρα θέλετε να σας φέρει ο Αϊ-Βασίλης;

ΔΑΝΑΗ : Εγώ θα ‘θελα κάτι πρωτότυπο, που θα μ’ ευχαριστήσει πολύ, γιατί τα έχω βαρεθεί όλα.

ΜΗΤΕΡΑ : Γι’ αυτό έχετε όλα τα κουτιά στην αποθήκη με τα παλιά παιχνίδια;

ΠΑΤΕΡΑΣ : Δηλαδή, ποιο θα ήταν αυτό το πρωτότυπο παιχνίδι; Έχεις κάτι στο μυαλό σου;

ΔΑΝΑΗ : Δεν ξέρω. Ίσως μια κούκλα που να διαβάζει και να γράφει.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Για να σου κάνει τα μαθήματα, πονηρή, ε;

ΔΑΝΑΗ : Ε ! Ας κάνει κι αυτή καμιά δουλειά.

ΜΗΤΕΡΑ : Εσύ αγόρι μου, τι δώρο θα ζητούσες από τον Αϊ-Βασίλη;

ΧΡΗΣΤΟΣ : Εγώ θα ‘θελα ένα ελικόπτερο, που θα πετάει πάνω απ’ την Αθήνα και κανένα παιχνιδάκι για τον υπολογιστή.

ΠΑΤΕΡΑΣ : Δηλαδή, τίποτα δεν ζητάτε βλέπω, ε;

ΜΗΤΕΡΑ : Και πού να τα βρει ο Αϊ-Βασίλης όλα αυτά; Τι νομίζετε πως έχει; Βιομηχανία παιχνιδιών;

ΔΑΝΑΗ : Αν θέλει να δίνει χαρά στα παιδιά, έχει υποχρέωση να τα βρει.

ΠΑΤΕΡΑΣ : Θα δούμε. Αν είστε καλά παιδιά, μπορεί κάτι να σας φέρει.

ΜΗΤΕΡΑ : Καθίστε τώρα εδώ ήσυχα κι εγώ πηγαίνω να φτιάξω τη βασιλόπιτα, να περιμένουμε τον καινούριο χρόνο.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Μαμά, να ’ρθω να σε βοηθήσω;

ΔΑΝΑΗ : Όχι, γιατί θέλεις να δεις πού θα βάλει το φλουρί!

ΧΡΗΣΤΟΣ : Έτσι κι αλλιώς, εγώ θα το βρω. Είμαι τυχεράκιας!

ΔΑΝΑΗ : Αφού τρως όλη τη βασιλόπιτα, βέβαια.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Μαμά, το κουδούνι. Ν’ ανοίξω;

ΜΗΤΕΡΑ : Εγώ θ’ ανοίξω. Δεν είπαμε πως δεν ανοίγουν τα παιδιά;

(ΗΧΟΙ ΟΤΙ Ανοίγει.  ΗΧΟΙ ΟΤΙ Μπαίνει ο Αϊ-Βασίλης//ΧΟ ΧΟ ΧΟ ).

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Καλησπέρα και χρόνια πολλά.

ΧΡΗΣΤΟΣ-ΔΑΝΑΗ : Ο Αϊ-Βασίλης!

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Επιτρέπεται να μπω στο σπιτικό σας;

ΜΗΤΕΡΑ : Και βέβαια. Καλωσορίσατε.

ΠΑΤΕΡΑΣ : Μεγάλη μας τιμή.

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Όπως βλέπετε παιδιά, δεν σας ξέχασα.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Αυτά να τα ακούει η αδερφή μου.

ΜΗΤΕΡΑ  :  Ελάτε, καθίστε.   Να   σας   προσφέρουμε   ένα   ζεστό;  Θα   είσαστε κουρασμένος.

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Ε, στην ηλικία μου! Με τόσο ταξίδι…

ΔΑΝΑΗ : Έρχεστε από μακριά;

ΧΡΗΣΤΟΣ : Δεν ξέρεις ότι έρχεται από την Καισαρεία; Τι μαθαίνεις στο σχολείο;

ΜΗΤΕΡΑ : Να, εδώ καθίστε.

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Να ‘στε καλά. Είστε φιλόξενοι άνθρωποι.

ΔΑΝΑΗ : Αϊ-Βασίλη, να σας ρωτήσω κάτι;

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Ευχαρίστως. Ό,τι θέλετε παιδιά μου.

ΔΑΝΑΗ : Να, έχω μια απορία. Είστε ο πραγματικός Αϊ-Βασίλης, γιατί υπάρχουν πολλοί που ντύνονται έτσι.

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Δικαιολογημένα με ρωτάς. Θα σου απαντήσω αμέσως. Αν όσοι ντύνονται με τιμούν, τότε δεν πειράζει. Αλλιώς, πρέπει να ξεχωρίζετε τους καλούς.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Εσείς πάντως είσαστε καλός. Μας φέρατε και δώρα. Δεν είναι έτσι; Βλέπω το σακούλι σας γεμάτο.

ΔΑΝΑΗ : Μπορεί να μας φέρατε αυτά που θέλουμε.

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Δηλαδή, ποια; Για ν’ ακούσω.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Εμένα, ένα ελικόπτερο που πετάει.

ΔΑΝΑΗ : Κι εμένα μια κούκλα που να γράφει και να διαβάζει.

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Α, λυπάμαι παιδιά μου, αλλά αυτά τα παιγνίδια δεν τα έχω κι απ’ ό,τι καταλαβαίνω είναι δύσκολο να τα βρω.

ΔΑΝΑΗ : Κρίμα!

ΧΡΗΣΤΟΣ : Πόσο λυπάμαι!.

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Δε μου λέτε παιδιά. Αλήθεια, θα γινόσαστε ευτυχισμένοι μ’ αυτά τα παιγνίδια;

ΧΡΗΣΤΟΣ-ΔΑΝΑΗ : Ναι, πολύ!

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Να ρωτήσω και κάτι ακόμα. Έχετε άλλα παιγνίδια;

ΔΑΝΑΗ : Ου, πολλά!

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Και πού τα έχετε;

ΧΡΗΣΤΟΣ : Στην αποθήκη. Μέσα στα κουτιά.

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Και γιατί τα έχετε εκεί;

ΔΑΝΑΗ : Απλά, γιατί τα έχουμε βαρεθεί.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Στην αρχή παίζουμε λίγο, αλλά γρήγορα τα βαριόμαστε.

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Και τότε τα πετάτε, ε;

ΔΑΝΑΗ : Ε, τι να κάνουμε; Αφού δε μας είναι πια χρήσιμα;

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Δεν είναι χρήσιμα σ’ εσάς. Σε κάποιον άλλον, όμως, μπορεί.

(Κουδούνι)

ΠΑΤΕΡΑΣ : Μα, ποιος είναι τέτοια ώρα;

ΜΗΤΕΡΑ : Να του ανοίξουμε;

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Μια τέτοια βραδιά, νομίζω πως πρέπει ν’ ανοίγετε την πόρτα σας σ’ όποιον έχει ανάγκη.

ΜΗΤΕΡΑ : Έχετε δίκιο. Πηγαίνω ν’ ανοίξω.

( ΗΧΟΣ ΟΤΙ Ανοίγει.  ΗΧΟΣ ΟΤΙ Μπαίνει ο Άγγελος με το βιολί).

ΑΓΓΕΛΟΣ : Καλησπέρα και χρόνια πολλά. Να σας παίξω κάτι με το βιολί μου;

ΠΑΤΕΡΑΣ : Ναι, γιατί όχι; Πέρασε.

( ΗΧΟΣ ΟΤΙ Παίζει)

ΜΗΤΕΡΑ : Θαυμάσια!

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Μα, πού έμαθες να παίζεις τόσο ωραία παιδί μου;

ΑΓΓΕΛΟΣ : Από μόνος μου, παππού.

ΠΑΤΕΡΑΣ : Και πού βρήκες το βιολί;

ΑΓΓΕΛΟΣ : Μου το χάρισε ένας καλός άνθρωπος, για να βγάζω το ψωμί μου.

ΠΑΤΕΡΑΣ : Μ’ αυτό βγάζεις το ψωμί σου;

ΑΓΓΕΛΟΣ : Ναι, μ’ αυτό.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Δεν έχεις γονείς να σε προσέχουν;

ΑΓΓΕΛΟΣ : Όχι. Δεν τους γνώρισα ποτέ.

ΜΗΤΕΡΑ : Και τώρα πού μένεις;

ΑΓΓΕΛΟΣ : Στη γωνιά κάποιου δρόμου. Κοιμάμαι πάνω στα χαρτόνια, μαζί με κάποιους φίλους μου που καθαρίζουν αυτοκίνητα στα φανάρια.

ΔΑΝΑΗ : Και δεν έχετε ούτε παιγνίδια;

ΑΓΓΕΛΟΣ : Τίποτα δεν έχουμε.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Τι κρίμα. Δεν σας έφερε ο Αϊ-Βασίλης;

ΑΓΓΕΛΟΣ : Δεν ξέρω, γιατί δεν ήμουν εκεί.

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Εσείς είσαστε τα παιδάκια που μου ζητήσατε τη μπάλα, την κούκλα, το βιβλίο και τα πατίνια;

ΑΓΓΕΛΟΣ : Ναι, μα πώς το ξέρετε;

ΧΡΗΣΤΟΣ : Όλα τα ξέρει ο Αϊ-Βασίλης!

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Και θα γίνετε ευτυχισμένοι αν τα αποχτήσετε;

ΑΓΓΕΛΟΣ : Έτσι νομίζω. Αν ξέρατε πόση λαχτάρα έχουμε γι’ αυτά τα παιγνίδια.! Κάθε βράδυ τα ονειρευόμαστε.

ΔΑΝΑΗ : Αλήθεια; Κι εμείς τα ’χουμε πεταμένα στην αποθήκη.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Κι ούτε που τους δίνουμε σημασία.

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Νομίζω πως ήρθε η ώρα που πρέπει να τα δώσετε, γιατί θα φανούν κάπου πολύ χρήσιμα.

ΔΑΝΑΗ : Δηλαδή;

ΑΙ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Να! Δε λέγατε πως τα βαρεθήκατε και δεν ξέρετε τι να τα κάνετε; Ευκαιρία είναι να τα δώσετε κάπου που θα πιάσουν τόπο. Δηλαδή, στους μικρούς μας φίλους που τόσο τα λαχταρούν.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Με όλη μας την καρδιά. Άλλωστε, ο Χριστός είπε πως όποιος έχει δυο χιτώνες, να δίνει τον ένα στον άλλο. Το μάθαμε στα θρησκευτικά.

ΜΗΤΕΡΑ : Ειδικά τις μέρες αυτές, των Χριστουγέννων.

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Γιατί όχι κι όλο το χρόνο;

ΠΑΤΕΡΑΣ : Μπράβο παιδιά! Εσείς κάτι κάνατε. Πρέπει να κάνουμε όμως κι εμείς κάτι για την ψυχή μας.

ΑΙ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Εσείς μπορείτε να κάνετε ό,τι καλύτερο. Να φιλοξενήσετε στο σπίτι σας αυτό το παιδάκι, να νιώσει λίγη ζεστασιά, μέχρι να βρεθεί κάποια άλλη στέγη.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Πάντα ήθελα να ‘χω έναν αδερφό, αλλά δεν περίμενα να μου τον φέρει ο Αϊ-Βασίλης.

ΜΗΤΕΡΑ : Τώρα που σου τον έφερε, θα τον κρατήσουμε κοντά μας.

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Το ‘ξερα πως δεν έκανα λάθος στο σπίτι που ήρθα. Να είστε ευλογημένοι!

ΔΑΝΑΗ : Να σας πω κάτι, Αϊ-Βασίλη; Δε στενοχωρήθηκα καθόλου που δε μας φέρατε τα παιγνίδια που θέλαμε.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Αντίθετα, είμαστε ευτυχισμένοι που θα δώσουμε χαρά σε κάποια άλλα παιδιά.

ΔΑΝΑΗ : Να πω και κάτι ακόμα; Δε με νοιάζει αν είστε πραγματικός Αϊ-Βασίλης. Αφού έχετε τόση καλοσύνη κι αγάπη για τους φτωχούς, είναι σαν να είσαστε.

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Σας ευχαριστώ. Και τώρα πηγαίνετε να φέρετε τα παιγνίδια, κι ο μικρός σας αδερφός θα μας οδηγήσει στον δρόμο που μένουν τα παιδάκια.

( ΗΧΟΙ ΟΤΙ Τα παιδιά κοιμούνται στα χαρτόνια). Μπαίνει ο Αϊ-Βασίλης με τον Χρήστο και τη Δανάη).

ΑΓΓΕΛΟΣ : Παιδιά, ξυπνήστε!

ΠΕΤΡΟΣ : (Πετάγεται ξαφνιασμένος) Παιδιά ξυπνήστε, η Αστυνομία!

ΑΓΓΕΛΟΣ : Ποια Αστυνομία; Ο Αϊ-Βασίλης είναι!

ΕΛΠΙΔΑ : Μη μας κοροϊδεύεις!

ΑΓΓΕΛΟΣ : Καθόλου! Τώρα θα δείτε.

( ΗΧΟΙ ΟΤΙ Μπαίνει ο Αϊ-Βασίλης).

ΠΕΤΡΟΣ : Ο Αϊ-Βασίλης!

ΑΛΙΚΗ : Και τα παιδιά του.

ΕΛΠΙΔΑ : Είναι αλήθεια ή τον βλέπουμε στ’ όνειρό μας;

ΑΓΓΕΛΟΣ : Αλήθεια είναι. Αλλά δεν έχει δικά του παιδιά, γιατί όλα τα παιδιά είναι παιδιά του. Κι ύστερα, από απόψε ο Χρήστος και η Δανάη είναι πια τα αδέρφια μου. Με πήραν να ζήσουμε μαζί στο σπίτι τους.

ΑΛΙΚΗ : Α, τι ωραία !

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Μη στενοχωριέστε. Και για σας σύντομα κάτι θα κάνω.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Εμείς γι’ απόψε σας φέραμε τα παιγνίδια που ζητήσατε. Ορίστε, ποιος ζήτησε τη μπάλα;

ΠΕΤΡΟΣ: Εγώ. Σας ευχαριστώ πολύ. Σίγουρα θα γίνω ποδοσφαιριστής. ( ΗΧΟΣ ΟΤΙ παίζει ΜΠΑΛΑ ).

ΔΑΝΑΗ : Την κούκλα;

ΕΛΠΙΔΑ : Εγώ. Τι όμορφη που είναι ! Ποτέ μου δεν ξανάδα ομορφότερη κούκλα.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Ορίστε και το βιβλίο με τις χώρες του κόσμου. Τα πατίνια τα δώσαμε στον Άγγελο.    

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Είστε ευχαριστημένοι τώρα;

ΕΛΠΙΔΑ : Πολύ! Σ’ ευχαριστούμε Αϊ-Βασίλη.

ΑΛΙΚΗ : Τώρα νιώθουμε κι εμείς όπως τα υπόλοιπα παιδιά.

ΠΕΤΡΟΣ : Είναι η ωραιότερη Πρωτοχρονιά η αποψινή.

ΧΡΗΣΤΟΣ : Γι’ αυτό πρέπει να τη γιορτάσουμε.

ΔΑΝΑΗ : Να, άναψαν τα φώτα. Έρχεται ο καινούριος χρόνος. Ελάτε να τον υποδεχτούμε με τραγούδια.

ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ : Εμένα θα μου επιτρέψετε να φύγω, γιατί έχω πολύ δρόμο ακόμα και πολλά παιδιά να επισκεφθώ.

ΟΛΟΙ : Στο καλό, Αϊ-Βασίλη, στο καλό!

ΔΑΝΑΗ : Σ’ ευχαριστούμε για όλα!

ΑΓΓΕΛΟΣ : Κι εμείς. Θα θυμόμαστε πάντα το καλό που μας έκανες.

(Φεύγει ο Αϊ-Βασίλης. Φουσκώνουν μπαλόνια, αγκαλιάζονται και τραγουδούν σε δυο ομάδες):

Α’ ομάδα

“Πάει ο παλιός ο χρόνος”

β’ ομάδα

“Τρίγωνα κάλαντα”

α’ ομάδα

“Γέρε χρόνε”

β’ ομάδα

“Τρίγωνα κάλαντα”….

«Ο    ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ  ΤΩΝ    ΦΤΩΧΩΝ» ΘΕΑΤΡΙΚΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΣΕ ΔΥΟ ΠΡΑΞΕΙΣ

ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΡΙΣΤΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

Related Articles

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button