Κάποτε γελούσαμε με τους σκλάβους που ζητούσαν άδεια για να κυκλοφορήσουν.Μετά ήρθε το 2020…

Γράφει ο Νίκος Παντελιός διασώστης ΕΚΑΒ εκπρόσωπος τύπου Π.Ο.Ε.Υ. Πανελλήνια Ομάδα Επαγγελματιών Υγείας,(σωματείο)
Σαν σήμερα, πριν από πέντε χρόνια, ξημέρωσε η μέρα που οι Έλληνες έπαψαν να είναι ελεύθεροι άνθρωποι και μετατράπηκαν σε νούμερα, σε barcode, σε “συμπολίτες” ενός υγειονομικού στρατοπέδου.
Από τις έξι το πρωί, οι Έλληνες υποχρεώθηκαν να δηλώνουν τις μετακινήσεις τους σαν φυλακισμένοι που βγαίνουν με άδεια από τις φυλακές.
Το σχετικό διάγγελμα του “Μωυσή” είχε προηγηθεί, γεμάτο “συμπολίτες”, “υπευθυνότητα” και “συλλογική προσπάθεια”,”ατομική ευθύνη” όροι που έκρυβαν πίσω τους μια αδίστακτη βιομηχανία φόβου, υπακοής και εξευτελισμού.
Σήμερα, ο Χαρδαλιάς μιλάει για θάρρος.
Όχι για την αλητεία των δωσίλογων, που επέβαλαν εξευτελιστικά μέτρα στους Έλληνες και ταυτόχρονα άνοιγαν διάπλατα τις πόρτες της χώρας σε όσους δεν έπρεπε καν να βρίσκονται εδώ.
Πώς μπορώ να ξεχάσω τον Χαρδαλιά και τον Τσιόδρα να τρέχουν στη Λάρισα, εκλιπαρώντας τους Ρομά να τηρήσουν τα μέτρα, όταν για τους Έλληνες η “ανυπακοή” σήμαινε πρόστιμο και προσαγωγή;
Πώς μπορώ να ξεχάσω τους Ρομά να διαμαρτύρονται, επειδή «έπεσαν έξω οι δουλειές», και η κυβέρνηση να τους χαϊδεύει, την ώρα που οι Έλληνες επιχειρηματίες πνίγονταν στα χρέη;
Πώς μπορώ να ξεχάσω τις εικόνες των τουριστικών πλοίων και των λεωφορείων που ξεφόρτωναν χιλιάδες χωρίς χαρτιά, χωρίς περιορισμούς, χωρίς έλεγχο, ενώ οι Έλληνες ήταν φυλακισμένοι στα σπίτια τους;
Εκείνοι κυκλοφορούσαν ελεύθεροι.
Οι Έλληνες κρατούσαν το ραβασάκι της υποταγής.
Πώς μπορώ να ξεχάσω τους πρόθυμους υποτακτικούς, να σηκώνουν τα μανίκια για τη “σωτηρία”, να ποζάρουν με ύφος ηλίθιας υπερηφάνειας, σαν καλοκουρδισμένες μαριονέτες ενός πειράματος;
Πώς μπορώ να ξεχάσω τις ύβρεις τους προς όλους εμάς που δεν σκύψαμε το κεφάλι, δεν γίναμε αριθμοί σε καμία στατιστική των φαρμακευτικών κολοσσών;
Πώς μπορώ να ξεχάσω πώς, ως δια μαγείας, ο ιός «χαλάρωσε» τον Μάιο του 2020, μόλις ξεκίνησε η τουριστική σεζόν.
Πώς μπορώ να ξεχάσω πώς, τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, ο ιός ξανάγινε φονικός, μόλις έπρεπε να ξανακλειδωθεί ο λαός και να δουλέψουν οι μηχανές προπαγάνδας.
Πώς μπορώ να ξεχάσω την εκστρατεία των εμβολιασμών, τα golden boys των τηλεπαραθύρων να μας λένε ότι «πρέπει να πάρουμε πίσω τη ζωή μας», λες και μας την είχαν κλέψει με νόμιμο συμβόλαιο.
Πώς μπορώ να ξεχάσω τις λίστες Πέτσα, τα δελτία ειδήσεων που μετατράπηκαν σε φυλλάδες του Γκέμπελς, τα πειθήνια σκουλήκια που αναπαρήγαγαν κάθε κυβερνητική διαταγή σαν να ήταν θέσφατο.
Πώς μπορώ να ξεχάσω τα υγειονομικά πρωτόκολλα θανάτου, τα νοσοκομεία κάτι σαν “κρεματόρια”, τα “έγκυρα στοιχεία” που προσάρμοζαν τα πάντα στις ανάγκες της αφήγησης.
Πώς μπορώ να ξεχάσω τους ηλικιωμένους που πέθαναν μόνοι τους χωρίς κανέναν άνθρωπο δίπλα τους.
Πώς μπορώ να ξεχάσω τα πρόστιμα στους άνω των 60, τη διαπόμπευση των ανθρώπων που τολμούσαν να αντισταθούν, τις απειλές του “ανεύθυνου πολίτη” που έπρεπε να σωπάσει, να φοβηθεί, να απομονωθεί.
Πώς μπορώ να ξεχάσω τους ξαφνικούς θανάτους, τα turbo καρκινώματα, τις απίστευτες παρενέργειες από το πειραματικό σκεύασμα, χωρίς κανείς να αναρωτηθεί το γιατί.
Πώς μπορώ να ξεχάσω τους πολίτες που “εξαπατήθηκαν”, τους πρόθυμους αμνήμονες, που έμαθαν να γυρνούν το βλέμμα, να καταπίνουν το ψέμα, να προσαρμόζονται στη νέα κανονικότητα σαν καλά εκπαιδευμένα σκυλάκια.
Πώς μπορώ να ξεχάσω την επιτροπή των λοιμωξιολόγων της μίζας και του τρόμου, της κομματικής ταυτότητας που έσπειραν φόβο χωρίς επαρκή στοιχεία.
Πώς μπορώ να ξεχάσω την “επιχείρηση ελευθερία” που υποδούλωσε τους λαούς, που εν καιρώ κορονοχουντας λειτούργησαν σαν αξιωματικοί των νέο ναζιστών προκειμένου να διατηρήσουν το μέγα αφήγημα.
Τα θυμάμαι ΟΛΑ.
Σήμερα, ανήμερα του Αγίου Εξοδόχαρτου, αισθάνομαι υπερηφάνεια, γιατί δεν έγινα ούτε πιόνι, ούτε πειραματόζωο, ούτε υποτελής ενός αρρωστημένου καθεστώτος.
Δεν άφησα κανέναν να αποφασίσει για τη ζωή μου, ούτε να τη ρισκάρει στα ζάρια.
Δεν λύγισα, δεν υπέκυψα, δεν προσκύνησα.
Και το κυριότερο;
Δεν ξεχνώ.
Δεν συγχωρώ.
Δεν θα επιτρέψω να ξανασυμβεί.
Σε έναν κόσμο που ξέχνα τα πάντα, θα πρέπει τουλάχιστον να διατηρήσουμε την μνήμη μας για να μην επαναληφθεί το έγκλημα!