ΚρήτηΤοπικές Είδησης

Γιατί οι πολίτες στρέφονται στα “άκρα”; Ο Δαλιανίδης ξέρει…

Οι πλούσιοι όχι μόνο δε θέλουν να είναι φτωχοί, αλλά δε θέλουν καν να βρίσκονται κοντά σε φτωχούς

Πολλή κουβέντα πάλι για τα “άκρα” και ιδίως για την “ακρο-δεξιά”, που όπως λένε άλλοι μπορεί να μην είναι και “άκρα” αλλά “νεο-δεξιά”… Καμιά φορά η ίδια η ζωή ή και ο παλιός καλός ελληνικός κινηματογράφος μπορεί να εξηγεί καλύτερα αυτό που συμβαίνει σήμερα με την “ακραία” άνοδο σε Γαλλία, Ιταλία, Ουγγαρία και αύριο ίσως και στη Γερμανία. 

Για παράδειγμα, ο Γιάννης Δαλιανίδης εμφανίζεται πολύ πιο ρεαλιστής στην ανάλυση κοινωνικών και πολιτικών φαινομένων, ακόμη και αν το κάνει άθελά του. Στην εμβληματική ταινία του ελληνικού κινηματογράφου “Οι θαλασσιές οι χάντρες”, ο μπουζουκτσής και πολλά βαρύς Φώτης (Φ. Γεωργίτσης) ερωτεύεται κεραυνοβόλα τη ζάμπλουτη Μαίρη (Ζωή Λάσκαρη) όταν τη βλέπει να τραγουδάει “γιε-γιέδικα” τραγούδια με το συγκρότημά της. Όταν της εκφράζει τον έρωτά του, η Μαίρη τον απορρίπτει χωρίς δισταγμό, εξηγώντας του ότι δεν ταιριάζουν οι ζωές τους, ότι το πώς φέρει τον εαυτό του (η θρυλική σκηνή με τη βόλτα στην Αθήνα με ένα καμπριολέ με την ατάκα «ο τρόπος που φοράς τη γραβάτα σου, το μουστάκι σου») πάντα θα προδίδει την τάξη του, κάτι που δε θα του το συγχωρήσει η δική της τάξη και ότι εν πάση περιπτώσει, η ίδια δεν έχει καμία όρεξη να ζήσει με οποιονδήποτε τρόπο διαφορετικά απ’ ό,τι έχει μάθει. 
Ακόμα και όταν αυτός ξυρίσει το μουστάκι του και τελικά εκείνη τον ερωτευτεί, εκείνος πρέπει να ανέβει οικονομική τάξη μέσω των γονιών της για να μπορέσουν να είναι μαζί. Ο Δαλιανίδης ξέρει. Οι πλούσιοι όχι μόνο δε θέλουν να είναι φτωχοί, αλλά δε θέλουν καν να βρίσκονται κοντά σε φτωχούς. Είναι περίεργο πράγμα το ανθρώπινο μυαλό.

Προσπαθεί να δώσει όμορφο και σύνθετο νόημα στα πράγματα από το να δεχτεί την απλή και πεζή τους πραγματικότητα. Προτιμάει να νομίσει ότι ο ταχυδακτυλουργός εξαφάνισε το περιστέρι από το ότι το έχει στριμώξει ασφυκτικά μέχρι θανάτου μέσα στο φράκο του. Προτιμάει να φανταστεί μια πολύπλοκη θεωρία συνωμοσίας από το να παραδοθεί στην απόλυτη τυχαιότητα της δυστυχίας του. Πείθεται ότι η πριγκίπισσα θα αγαπήσει το φτωχό παλικάρι ή ο εκατομμυριούχος χρηματιστής θα χάσει τα μυαλά του για την πόρνη του δρόμου. 

Αυτή είναι διαχρονικά και η μέθοδος της ακροδεξιάς, ακόμη και αν λανσάρεται ως νεο-δεξιά. Βασίζεται στο ότι ο συνηθισμένος άνθρωπος μέσα στην υπέροχη αθωότητά του αρνείται να δεχτεί ότι οι εκπρόσωποί της έχουν σαν αποκλειστικό στόχο την απόκτηση εξουσίας και την παγίωση της εξουσίας της άρχουσας τάξης μέσω του περιορισμού ελευθεριών. Δεν μπορεί να αντισταθεί στο να της αποδώσει αρχές, λαϊκό χαρακτήρα, πατριωτισμό και αίσθηση ευθύνης. Από την άλλη, η λεγόμενη Αριστερά, αυτή του “σαλονιού” πλέον, έχει σταματήσει να απευθύνεται στους συνηθισμένους ανθρώπους. Τους περιφρονεί διανοητικά. Τους χαρακτηρίζει αγράμματους, φασίστες, ψεκασμένους, ομοφοβικούς και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Η ακροδεξιά λέει «ξέρω τι περνάτε, ξέρω ποιοι φταίνε. Φταίει μια μαγική συνωμοσία και μόνο εγώ μπορώ να σας ξαναδώσω τη δύναμη να πάρετε τη ζωή στα χέρια σας». 

Αν η Αριστερά μένει κλεισμένη στις αίθουσες των σαλονιών της και δεν κοιτάξει σοβαρά στον καθρέφτη ώστε να δει το πόσο έχει αποκοπεί από την πραγματική της βάση, που είναι ο απλός λαός, η ακροδεξιά θα είναι ντυμένη… νονά της Σταχτοπούτας και θα δελεάζει τους συνηθισμένους ανθρώπους με ένα ταξίδι στο παλάτι. Μόνο που η άμαξά της στην πραγματικότητα δεν είναι κολοκύθα, αλλά ένα τρένο που δεν οδηγεί στο παλάτι. Το παλάτι δε δέχεται συνηθισμένους ανθρώπους. Το τρένο οδηγεί στο σύγχρονο “γκέτο” και το αυριανό σε αναλογία “Άουσβιτς”. 
 

 

Related Articles

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button