ΚρήτηΤοπικές Είδησης

Μετά την Κνωσό… παρεμβάσεις και στο μινωικό ανάκτορο των Μαλίων για χάρη της UNESCO

Σύμφωνα με τις ανάγκες που παρουσιάζει το μνημείο, το τελευταίο διάστημα εκτελούνται έργα και εκπονούνται μελέτες, προκειμένου να γίνουν εργασίες συντήρησης, στερέωσης και νέων διαδρομών, αλλά και με σκοπό να δημιουργηθεί ένα σωστό σύστημα απορροής ομβρίων, ώστε να μη σημειωθούν ξανά προβλήματα από πλημμυρικά φαινόμενα, όπως το 2020.

Το Μινωικό Ανάκτορο Μαλίων συγκαταλέγεται μεταξύ των έξι μινωικών ανακτόρων της Κρήτης που προβλέπεται να προταθούν για ένταξη στον κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. 

Τον Νοέμβριο του 2020, κατά τη διάρκεια ισχυρών βροχοπτώσεων που σημειώθηκαν στην ευρύτερη περιοχή, είχαν πλημμυρίσει η κεντρική αυλή του ανακτόρου και αρκετοί εσωτερικοί χώροι, με αποτέλεσμα να προκληθούν καταρρεύσεις λίθων και τοίχων. Τα προβλήματα που προκάλεσαν οι έντονες βροχοπτώσεις, με τις αρχαιότητες να είναι περισσότερο ευπαθείς στα καιρικά φαινόμενα και στη φθορά του χρόνου, οδήγησαν στη λήψη ειδικών μέτρων και επεμβάσεων προστασίας, αλλά και συντήρησης του μνημείου. Παράλληλα, η διάβρωση και η θραύση ορισμένων λίθων, οι απώλειες των κονιαμάτων, καθώς επίσης και κάποιες καταρρεύσεις και παραμορφώσεις που έχουν σημειωθεί έκριναν επιβεβλημένη την επιπλέον παρέμβαση. 

Σύμφωνα με τις ανάγκες που παρουσιάζει το μνημείο, το τελευταίο διάστημα εκτελούνται έργα και εκπονούνται μελέτες, προκειμένου να γίνουν εργασίες συντήρησης, στερέωσης και νέων διαδρομών, αλλά και με σκοπό να δημιουργηθεί ένα σωστό σύστημα απορροής ομβρίων, ώστε να μη σημειωθούν ξανά προβλήματα από πλημμυρικά φαινόμενα, όπως το 2020. 

Σε επικοινωνία που είχαμε με την προϊσταμένη της Εφορίας Αρχαιοτήτων Ηρακλείου Βασιλική Συθιακάκη, η ίδια μιλώντας για τις εργασίες που εκτελούνται στο ανάκτορο είπε: «Στο ανάκτορο των Μαλίων εκτελείται μια σειρά έργων, ώστε να είναι σε καλή κατάσταση. Πρόκειται για ένα μεγάλο έργο που χρηματοδοτείται από το Ταμείο Ανάκαμψης, προϋπολογισμού 4 εκατομμυρίων ευρώ, και εκτελείται από τη Διεύθυνση Αναστήλωσης. Σχετίζεται με τη διαχείριση ομβρίων και με την προστασία του ανακτόρου από την κλιματική αλλαγή, ενώ επιπλέον προγραμματίζονται και κάποιες συμπληρωματικές μελέτες για την αποκατάσταση των αρχαίων κτηρίων. Οι παρεμβάσεις της Εφορίας Αρχαιοτήτων Ηρακλείου περιλαμβάνουν και στερεωτικά έργα που είναι αναγκαία να γίνουν λόγω φθοράς που απέρχεται από την πάροδο του χρόνου και επιπλέον προβλέπονται μελέτες που προορίζονται για το επόμενο ΕΣΠΑ». 

Εκτός από τα Μάλια, ενέργειες από την Εφορία Αρχαιοτήτων Ηρακλείου γίνονται και στα υπόλοιπα μνημεία, προκειμένου οι αρχαιολογικοί μας χώροι να μπορούν να διατηρούνται σε καλή κατάσταση. 

100.000 επισκέπτες ετησίως προ COVID 

Σύμφωνα με τα στοιχεία που μας έδωσε ο αρχαιοφύλακας του μινωικού ανακτόρου στα Μάλια κ. Μανόλης Βλατάκης, προ κορωνοϊού η επισκεψιμότητα ετησίως στον χώρο άγγιζε τα 100.000 άτομα. Το τελευταίο διάστημα η επισκεψιμότητα έχει μειωθεί κατά 50%, φτάνοντας ετησίως περίπου τις 55.000 άτομα. 

«Το ανάκτορο δεν είχε ποτέ την επισκεψιμότητα της Κνωσού. Οι επισκέπτες μας είναι συνήθως μεμονωμένοι», αναφέρει ο κ. Βλατάκης, σημειώνοντας επίσης πως κάποια προβλήματα που υπήρχαν στο κτήριο του κυλικείου αλλά και στο εκθετήριο που βρίσκονται εντός του χώρου του ανακτόρου επιλύθηκαν, οπότε και τα καταστήματα αυτά πλέον λειτουργούν κανονικά. 

Να σημειωθεί ότι στον χώρο εργάζονται 14 υπάλληλοι (3 μόνιμοι, 9 έκτακτοι, 1 νυχτοφύλακας και 1 καθαρίστρια). Το ανάκτορο λειτουργεί κανονικά καθημερινά εκτός Τρίτης, όπου ο χώρος παραμένει κλειστός. 

Το τρίτο σε μέγεθος μινωικό ανάκτορο της Κρήτης 

Μεγάλη σημασία, πέρα από την ιστορικότητά του, αποκτά το ανάκτορο και λόγω του μεγέθους του (7.500 τ.μ.), το τρίτο σε μέγεθος μινωικό ανάκτορο της Κρήτης. Το ανάκτορο κατασκευάστηκε τη Μεσομινωική Περίοδο (γύρω στο 1900 π.Χ.). Δύο κύριες οικοδομικές φάσεις έχουν ανιχνευθεί, οι οποίες καθορίζουν και την ιστορία του. Η πρώτη είχε διάρκεια ζωής δύο αιώνων. Γύρω στο 1700 π.Χ. επήλθε η καταστροφή του. 

Πενήντα χρόνια αργότερα χτίστηκε νέο ανάκτορο (περίπου 1650 π.Χ.), πάνω στα ερείπια του παλιού, το οποίο φαίνεται ότι ακολούθησε σε γενικές γραμμές το σχέδιό του και τα ερείπια του οποίου σώζονται σήμερα. Η τελική καταστροφή του επήλθε γύρω στο 1450 π.Χ. και έγινε από πυρκαγιά. Το αν οι αιτίες καταστροφής ανάγονται σε πολεμικές συγκρούσεις ή φυσικές καταστροφές αποτελούν ακόμη θέμα συζητήσεων στην επιστημονική κοινότητα. Το ανάκτορο αποτελούσε το κέντρο ολόκληρης της αστικής περιοχής. 

Οι διάφορες συνοικίες της μινωικής πόλης εκτείνονται σε μικρή απόσταση από αυτό. Η πόλη, η ονομασία της οποίας δεν είναι γνωστή, περικλειόταν από τείχος. Τα νεκροταφεία της πόλης εντοπίζονται στα βόρεια, δίπλα στην παραλία. Υπάρχουν ενδείξεις ύπαρξης και ενός παράλιου ρωμαϊκού οικισμού και μιας βυζαντινής βασιλικής. Το μεγαλύτερο μέρος των ορατών σήμερα ερειπίων ανήκει στο νεοανακτορικό συγκρότημα, ενώ από το πρώτο ανάκτορο σώζεται τμήμα του στα βορειοδυτικά του συγκροτήματος και από τη μετανακτορική εποχή ένα μικρό “λοξό” κτίσμα στη βόρεια αυλή.

Related Articles

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button