Επιτάχυνση των διαδικασιών στελέχωσης και λειτουργίας της Δικαστικής Αστυνομίας
«Στην πρώτη φάση εφαρμογής του νόμου, θα προσληφθούν 150 άτομα πολιτικό προσωπικό, υπάρχουν 600 θέσεις οργανικές για το αστυνομικό προσωπικό, από τις οποίες θα καλυφθούν οι 500 θέσεις»
Η ίδρυση της δικαστικής αστυνομίας είναι αίτημα του νομικού κόσμου της χώρας, εδώ και δεκαετίες, ανέφερε ο υπουργός Δικαιοσύνης Γιώργος Φλωρίδης στην επιτροπή της Βουλής, όπου άρχισε σήμερα η συζήτηση του σχεδίου νόμου για την επιτάχυνση των διαδικασιών στελέχωσης και λειτουργίας Δικαστικής Αστυνομίας.
Όπως εξήγησε ο υπουργός, ο ν. 4963/2022 εισήγαγε μια ενιαία διαδικασία πρόσληψης για το προσωπικό τόσο του αστυνομικού όσο και του πολιτικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας, την οποία αναλάμβανε εξ ολοκλήρου προς υλοποίηση το Υπουργείο Δικαιοσύνης. Ωστόσο, η ενιαία αντιμετώπιση των δύο κατηγοριών προσωπικού έθεσε εν αμφιβόλω την άμεση ολοκλήρωση των διαδικασιών στελέχωσης της Δικαστικής Αστυνομίας λόγω των πρακτικών δυσχερειών (π.χ. πολλαπλότητα επιτροπών που διενεργεί τις εξετάσεις) και του δυσκίνητου χαρακτήρα τους. Για τον λόγο αυτό, είπε ο κ. Φλωρίδης, αναμορφώνεται πλήρως η διαδικασία στελέχωσης της Δικαστικής Αστυνομίας. «Σε συνεργασία με το ΑΣΕΠ εισάγεται ένας τρόπος απολύτως αδιάβλητος», ανέφερε ο υπουργός Δικαιοσύνης και προσέθεσε ότι απολύτως διαφανής θα είναι η πρόσληψη και για το πολιτικό προσωπικό της δικαστικής αστυνομίας.
Ο υφυπουργός Δικαιοσύνης Ιωάννης Μπούγας ενημέρωσε την επιτροπή πως σε ό,τι αφορά το αστυνομικό προσωπικό θα διατεθούν τουλάχιστον τρεις δικαστικοί αστυνομικοί σε κάθε Εισαγγελία Πρωτοδικών της χώρας. Θα μπορεί ο οικείος εισαγγελέας Πρωτοδικών, αν υπάρχει ανάγκη και στα Ειρηνοδικεία, αλλά και στα Διοικητικά Δικαστήρια, να διαθέτει το προσωπικό της Δικαστικής Αστυνομίας, ώστε να συνδράμουν τις Δικαστικές Αρχές της περιφέρειάς του, είτε πρόκειται για Πολιτικά, είτε για Ποινικά, είτε για Διοικητικά Δικαστήρια.
Το πολιτικό προσωπικό της Δικαστικής Αστυνομίας διαρθρώνεται στις 19 Εισαγγελίες Εφετών ανάλογα με το εύρος των αρμοδιοτήτων τους και τις υποθέσεις τις οποίες χειρίζονται. Ο εισαγγελέας Εφετών, με βάση τα αιτήματα των ανακριτών αλλά και των εισαγγελέων Πρωτοδικών και ανάλογα και με τις υποθέσεις που ο ίδιος διεκπεραιώνει, θα μπορεί να αναθέτει τα καθήκοντα που περιγράφονται με σαφήνεια στο σχέδιο νόμου στους πολιτικούς υπαλλήλους για να υποβοηθούν το έργο των δικαστών.
«Στην πρώτη φάση εφαρμογής του νόμου, θα προσληφθούν 150 άτομα πολιτικό προσωπικό, υπάρχουν 600 θέσεις οργανικές για το αστυνομικό προσωπικό, από τις οποίες θα καλυφθούν οι 500 θέσεις», είπε ο κ. Μπούγας και επισήμανε ότι με τον τρόπο αυτό θα αποδεσμευτεί μεγάλος αριθμός αστυνομικού προσωπικού.
Ο υφυπουργός Δικαιοσύνης ενημέρωσε επίσης ότι το Υπουργείο «προετοιμάζει αυτή τη περίοδο ακόμη μια σημαντική μεταρρύθμιση, την ηλεκτρονική επίδοση των δικογράφων, η οποία επίσης θα απαλλάξει το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας από τα συμπληρωματικά καθήκοντα στον χώρο της Δικαιοσύνης».
«Ερχόμαστε να ρυθμίσουμε το πλαίσιο το οποίο θα θέσει σε λειτουργία τη Δικαστική Αστυνομία, αφού προχωρήσουν πολύ γρήγορα οι διαδικασίες επιλογής και εκπαίδευσης του προσωπικού αυτού», είπε ο εισηγητής της ΝΔ Δημήτρης Κούβελας και εξέφρασε την πεποίθηση ότι η συγκεκριμένη υπηρεσία θα αποτελέσει πολύ σημαντικό βραχίονα στην υποβοήθηση του έργου των δικαστικών και εισαγγελικών αρχών και στη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας των δικαστικών υπηρεσιών.
Ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ Θεόφιλος Ξανθόπουλος υπενθύμισε ότι το κόμμα του είχε αναγνωρίσει την αναγκαιότητα ίδρυσης της δικαστικής αστυνομίας και είχε ψηφίσει επί της αρχής τον νόμο τού 2022. «Θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε στην αίθουσα αυτή, ότι η δικαστική αστυνομία δεν είναι σώμα ασφαλείας, είναι ένα προσωπικό ένστολο. Δεν είναι υπηρεσία της ΕΛΑΣ, είναι υπηρεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης και ο στόχος της είναι να υποβοηθήσει τη λειτουργία της Δικαιοσύνης», είπε ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ.
«Οι διατάξεις οι οποίες ψηφίστηκαν πριν από ένα χρόνο, παρά τις όποιες διαφωνίες για τροποποιήσεις οι οποίες εκφράστηκαν από τους φορείς, από την αντιπολίτευση, τελικά δεν ήταν τόσο άρτιες; Δεν ήταν τόσο σωστές, τόσο καλές όσο μας τις παρουσιάζατε τότε;», ζήτησε απαντήσεις από την κυβέρνηση, η ειδική αγορήτρια του ΠΑΣΟΚ Νάντια Γιαννακοπούλου που έθεσε θέμα σοβαρού τρόπου νομοθέτησης. Όπως ωστόσο ξεκαθάρισε η ειδική αγορήτρια του ΠΑΣΟΚ «καθώς ο σκοπός του νομοσχεδίου φαίνεται να εξυπηρετεί την καλύτερη λειτουργία επιτέλους του δικαστικού συστήματος, επί της αρχή το κόμμα της συμφωνεί».
«Και με αυτό το νομοσχέδιο, αποδεικνύεται η ιδιαίτερη σπουδή της κυβέρνησης -δεν απέχει βέβαια και από προηγούμενες- να ενισχύει και να εκσυγχρονίσει τον έναν μετά τον άλλον τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του αστικού κράτους», είπε η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ Μαρία Κομνηνάκα και προσέθεσε: «Ενισχύσατε τη Δημοτική Αστυνομία, την Πανεπιστημιακή, τώρα τη Δικαστική. Ο καημός σας είναι στην πραγματικότητα, το πώς και με κάθε τρόπο θα ενισχύετε ένα κράτος βαθιά ταξικό, το οποίο είναι φιλικό, γρήγορο και αποτελεσματικό για τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα. Αντίθετα, είναι συνειδητά αδιάφορο για τις πραγματικές ανάγκες των εργαζομένων».
Αναγκαίο θεσμό, χαρακτήρισε τη Δικαστική Αστυνομία ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης Παύλος Σαράκης που πάντως κατήγγειλε: «Η Δικαιοσύνη δεν μπορεί να διαχειριστεί και να αντιμετωπίσει την εγκληματικότητα στην ελληνική κοινωνία. Το οργανωμένο έγκλημα έχει γίνει πανίσχυρο, διασυνδέεται με την πολιτική εξουσία και έχει ασυλία από τη Δικαιοσύνη. Και γιατί συμβαίνει αυτό; Διότι, αξιότιμοι κύριοι συνάδελφοι, οι Αστυνομικές Αρχές έχουν διαβρωθεί».
«Ο προηγούμενος νόμος έκανε λόγο για διαγωνισμό και μάλιστα με γραπτή και προφορική εξέταση. Τώρα, τι συνέβη και τι άλλαξε, γιατί πάμε σε μοριοδότηση;», επισήμανε ο ειδικός αγορητής της ”Νίκης” Γιώργος Ρούντας που ζήτησε επίσης να διευκρινισθεί γιατί «δεν προβλέπονται πουθενά, στη μοριοδότηση τρίτεκνοι και πολύτεκνοι» και γιατί «η μοριοδότηση προκύπτει από δραστηριότητες στις οποίες ανταποκρίνονται καλύτερα οι άντρες και όχι οι γυναίκες».
«Μια Δικαιοσύνη που λειτουργεί στο πλαίσιο ευνομούμενου κράτος δικαίου, δεν χρειάζεται προστάτες αστυνομικούς οπωσδήποτε. Για να καταστεί εύρυθμη και άμεση η απόδοση της δικαιοσύνης από τους δικαστές, απαιτείται η αρωγή στο έργο τους από το πολιτικό τμήμα της δικαστικής αστυνομίας, συνδρομή στο ανακριτικό έργο των κατώτερων δικαστηρίων, στη διενέργεια ανακρίσεων προκαταρκτικών εξετάσεων και γι αυτά δεν βλέπω να γίνεται λόγος σε αυτό το νομοσχέδιο», ανέφερε η ειδική αγορήτρια της Πλεύσης Ελευθερίας Ελένη Καραγεωργοπούλου.
«Βλέπουμε μια προχειρότητα αδικαιολόγητη για ένα τόσο σοβαρό θέμα», είπε ο ειδικός αγορητής των ”Σπαρτιατών” Πέτρος Δημητριάδης και προσέθεσε: «Πράγματι η Δικαστική Αστυνομία αποτελεί πάγιο αίτημα εδώ και χρόνια των δικηγορικών συλλόγων. Όμως θα θέλαμε να γίνει με πιο διάφανο τρόπο, πιο αξιοκρατικό και, κυρίως, η Δικαστική Αστυνομία να είναι ένα σώμα αξιόμαχο, να στελεχώνεται από στελέχη τα οποία έχουν την απαραίτητη κατάρτιση και όχι να είναι απλώς ένα υποβοηθητικό σώμα των εισαγγελέων σε επίπεδο πολιτικού τμήματος ή της αστυνομίας σε επίπεδο αστυνομικού τμήματος και πολύ φοβάμαι ότι στο τέλος θα γίνει όπως και η Πανεπιστημιακή Αστυνομία».